Thursday, March 29, 2007

100

100 posts συμπληρώνουμε.
Με αυτήν την ευκαιρία, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω όλους εσάς που έχετε περάσει ή και περνάτε από εδώ. Για το χρόνο σας, τα σχόλιά σας και για την παρέα σας.
Με την ίδια ευκαιρία, θα σας αποχαιρετήσω για Πάσχα.
Αύριο φεύγω για το νησάκι μου και θα ακολουθήσουν και λίγες μέρες στην Ιταλία με φίλους.
Θα επιστρέψω με το σχετικό post, που μάλιστα έχω από καιρό υποσχεθεί σε κάποια...
Καλές διακοπές εύχομαι σε όλους σας, καλά να περάσετε.
Καλή αντάμωση...

Wednesday, March 21, 2007

Μισή ιστορία

Το κοίταζε, το ξανακοίταζε, αλλά για κάποιο λόγο δεν τον κάλυπτε.

Κάτι έλειπε.

Ίσως να ήταν όμορφο στα μάτια κάποιου άλλου, όμως ο καλλιτέχνης το έβλεπε διαφορετικά.

Καλλιτέχνης πολύ αξιόλογος, το έγραφε κι η παλιά εφημερίδα που ήταν ανοιγμένη πάνω στο ξύλινο τραπέζι, δίπλα στο βάζο με τα λουλούδια:

"Πρόκειται για έναν πολύ αξιόλογο καλλιτέχνη, που έχει κατακτήσει τα εκφραστικά του μέσα. Εικόνες από τη φύση και τη ζωή συγκινούν τη λεπτή του ευαισθησία και του παρέχουν το κέντρισμα για δημιουργία."

Κάτι τέτοιες κριτικές, βέβαια, του προκαλούσαν απελπισία, όχι τόσο γιατί του μύριζε το καρμπόν, όσο κυρίως γιατί καταλάβαινε ότι ο κόσμος δεν μπορούσε να κατανοήσει το έργο του, να προσπεράσει την επιφάνειά του και να κοιτάξει στην ψυχή του. Στην ψυχή του έργου, όχι του καλλιτέχνη, που αρέσκονταν να σχολιάζουν οι κριτικοί.

Μα βέβαια! Tου έλειπε ψυχή…

Το κοίταζε, το ξανακοίταζε και τώρα το έβλεπε καθαρά.

Ο χρωματισμός ήταν έντονος, αλλά τα χρώματα δεν ήταν ζωντανά.

Οι γραμμές ήταν ανάλαφρες, μα δεν κατάφερναν να αποτυπώσουν τον αέρα της κίνησης.

Η έκφρασή του ήταν ρεαλιστική, κι όμως δεν απέδιδε την πρωτόγονη και ακατέργαστη ορμή ενός άγριου ζώου.

Ναι, ψυχή του έλειπε του αλόγου.

Μια πνοή.

Και όσο πιο πολύ το συνειδητοποιούσε, τόσο πιο πολύ του φαινόταν η εικόνα θλιμμένη και μελαγχολική, τόσο πιο πολύ ένιωθε ο ίδιος ανάξιος, τόσο πιο πολύ ένιωθε ένοχος που φυλάκισε το ζώο στο μουσαμά.

Ο εσωτερικός διάλογος του καλλιτέχνη διακόπηκε απότομα, όταν πήρε το μάτι του το κάρβουνο, που είχε ξεμείνει όταν ζωγράφισε εκείνον το σωρό με τις πέτρες.

Μια παιδική παρόρμηση τον έσπρωξε προς το κάρβουνο, το άρπαξε, πλησίασε το μουσαμά, και προσέθεσε γρήγορα αλλά προσεκτικά ένα μαύρο κέρατο στο μέτωπο του ζώου, χλευάζοντας έτσι ο ίδιος το άλογό του, απορρίπτοντας το έργο του οριστικά. Ύστερα σήκωσε το καπέλο του από το έδαφος, άνοιξε την πόρτα και τράβηξε για τη θάλασσα.

Ο παραλογισμός του έμεινε μέσα στο δωμάτιο να γιορτάσει, ενώ από το ανοιχτό παράθυρο έμπαινε η νυχτερινή καλοκαιρινή αύρα…


Αυτή η καλοκαιρινή αύρα ήταν που μου έδωσε εμένα 5 λέξεις για να φτιάξω ένα κείμενο.

Εγώ όμως άλλαξα τους κανόνες. Έφτιαξα μισό κείμενο.

Το άλλο μισό το αφήνω σε άλλα χέρια, αντί να αφήσω κι εγώ λέξεις.

Εντελώς προαιρετικά, λοιπόν, και εντελώς ελεύθερα ως προς την πλοκή, αλλά και το ύφος, θα ήθελα να δω πώς θα συνέχιζαν την ιστορία οι παρακάτω:

1) Ο έρωτάς μου, που του έκλεψα ιδέες και συμβουλές και για το πρώτο μισό, και έδωσε μια συνέχεια εδώ
2) Η
Αλεξάνδρα, που η ιστορία πιστεύω της ταιριάζει, και τελικά μας ζωγράφισε ένα όνειρό της εδώ
3) Η
Ραλλού με τα 2 –λ, που μας ταξίδεψε εδώ... δίπλα
4) Η
Εβελίνα, γιατί μου αρέσει ο τρόπος που γράφει, όταν γράφει, αλλά αυτή τη φορά... δεν έγραψε
5) Το
προβατάκι, επειδή έχω περιέργεια να δω τι θα το κάνει… και η μικρή έλυσε την περιέργειά μου... εδώ

Friday, March 16, 2007

Di sole e d' azzurro

Μυρωδιές και τραγούδια.
Καθώς ανακάτευε τα ντουλάπια ψάχνοντας την κατάλληλη ζακέτα για τη βόλτα, πήρε το μάτι της την αιωρούμενη σκόνη να χορεύει με το μαρτιάτικο ήλιο που βούταγε από το παράθυρο.
Μυρωδιές και τραγούδια έλειπαν απ’ τη ζωή της. Που ξέρουν να φωτίζουν όσο τίποτα άλλο την ψυχή και να ξεσηκώνουν τη σκόνη της.
Η μάλλινη μπλε ζακέτα φάνταζε ιδανική για την περίσταση και επιπλέον θύμιζε ανεπαίσθητα κάτι από τα παλιά, κάτι που μπορεί να μην κατάφερε αμέσως να προσδιορίσει, πάντως σίγουρα το αισθάνθηκε γύρω της μόλις τη φόρεσε και άνοιξε την πόρτα για να παίξει με την Παρασκευή.
Μυρωδιές και τραγούδια, που ξέρουν και ξυπνάνε εικόνες, κι όμως αυτή η μελωδία που από το πρωί έκοβε βόλτες στο μυαλό της δεν έλεγε να φανερώσει τι στίχους έκρυβε, και τυραννούσε σαν παλλόμενος πονόδοντος.
Η θάλασσα ήταν ήρεμη κι η παραλία άδεια, σκηνικό που ταίριαζε ονειρικά με την επιθυμία της να βγάλει τα πάνινα παπούτσια και να περπατήσει στην άμμο, επιθυμία έντονη και γλυκειά σαν κρυφή αμαρτία. Το νερό σερνόταν ίσα για να σβήσει τα ίχνη των ποδιών και τραβιόταν πάλι πίσω, διακριτικός παρατηρητής του αλμυρού περιπάτου.
Μυρωδιές και τραγούδια, αλληλένδετα συνδεδεμένα μεταξύ τους, σαν τέντζερης που βρήκε το καπάκι και το ερωτεύτηκε. Μυρωδιές όπως αυτή που έφτανε τώρα με μια αύρα από το πουθενά, μια αύρα σα γραμματόσημο κολλημένο σε ένα φάκελο με ακατανόητα συναισθήματα, και προπαντός, χωρίς αποστολέα.
Να ‘ταν η αύρα ή οι σκέψεις, που φυσήξαν ένα ρίγος στο αδύναμο σώμα, και τα χέρια αναζήτησαν καταφύγιο στις μικρές τσέπες της μάλλινης ζακέτας. Τσέπες μικρές, στιγμές μεγάλες στριμωγμένες σε ό,τι απέμεινε απ' αυτές, τα χέρια το ανέσυραν παρέα με τις αναμνήσεις που ήταν φορτωμένο. Τόσο παλιό όσο οι εικόνες που επέζησαν, τόσο ζωντανό όσο η σκόνη τους.



Σκόνη που χόρευε τώρα πάλι φωτισμένη, αγκαλιά με μυρωδιές και με τραγούδια.

Μυρωδιές από Κυριακές και άνοιξη, με λουλούδια και λιβάδια, σε τόπο μακρινό με γλυκό νερό κελαρυστό, κελαρυστό όπως το γέλιο δυο παιδιών, γλυκό όπως το δάκρυ που κύλησε στο μάγουλο και έσταξε στη θάλασσα να παίξει με το αλάτι.

Τραγούδια αφιερωμένα, σε εποχές ανέμελες, που ποτέ δεν ξεθωριάζουν, παρά στριφογυρνάνε κάθε τόσο στο μυαλό ως μελωδίες για να θυμίζουν ότι υπάρχουν, ότι η αγάπη υπάρχει, ότι η ζωή υπάρχει. Στιχάκια ερωτευμένα με την αγάπη και τη ζωή, με την αγάπη για τη ζωή.

"Θα το ‘θελα, να σου φωτίζω την ψυχή… Στο μπλε των πιο αιθέριων ημερών σου, θα είμαι εκεί… σα μουσική… σαν Κυριακή… από ήλιο και γαλάζιο…"

Thursday, March 15, 2007

Η ηθική των πολλών

Στο προηγούμενο post, είπε η I’m not paranoid:
"…όταν ήμουν μικρή, αθώα και αισιόδοξη στα 15 μου έλεγα ότι ο άνθρωπος έχει την ηθική μέσα του…"
Εγώ, λοιπόν, ακόμα πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος έχει την ηθική μέσα του.
Δεν υπάρχει μια οικουμενική ηθική, δεν πιστεύω σε οικουμενικές αξίες.
Ο καθένας έχει τη δικιά του ηθική. Μέσα του.
Αυτή διαμορφώνεται ανάλογα με το χαρακτήρα του, τους γονείς του, το σχολείο που πήγε, τα βιώματά του, την κοινωνία στην οποία ζει, την εποχή του, τη θρησκεία του, την πολιτική του απόχρωση, χίλια δυο πράγματα.
Σε άλλους μπορεί να είναι πολύ αυστηρή, σε άλλους μπορεί να είναι εκφυλισμένη.
Δεν είναι κακό αυτό.
Με την πολύ δύσκολη προϋπόθεση η μόνη οικουμενική αξία σε καθενός των κώδικα ηθικής να είναι ο σεβασμός του κώδικα όλων των υπολοίπων και να είναι πάνω-πάνω.
Δεν είναι τόσο δύσκολο να τιμήσει κανείς αυτό το αξίωμα, αλλά ακόμα και αν είναι, θα έπρεπε τουλάχιστον να αναγνωρίζεται τελικά ως ‘ηθικός’ αυτός που πραγματικά τα καταφέρνει.
Το τρομακτικό είναι πως την εξουσία δεν την εμπιστευόμαστε ποτέ σε κάποιον από τους ελάχιστους ηθικούς, αλλά με μαθηματική ακρίβεια σε κάποιον όσο το δυνατόν πιο διεφθαρμένο.
Που λειτουργεί με βάση το προσωπικό συμφέρον, όπως λέει και η φίλη μας. Και όχι το συμφέρον των πολλών.

Sunday, March 11, 2007

Μεταλλαγμένα προϊόντα

Aφορμή αυτό το κείμενο της Ελευθεροτυπίας.
Ας πούμε λοιπόν δυο κουβέντες για τα μεταλλαγμένα, απλά πράγματα.

Τι είναι τα μεταλλαγμένα προϊόντα; ( Ορισμός, διαδικασίες και παραδείγματα )

Είναι προϊόντα που έχουν προκύψει από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς με βάση τις μεθόδους τις Γενετικής Μηχανικής.
Αυτό σημαίνει ότι έχει προηγηθεί μία επέμβαση στο γονιδίωμα των οργανισμών αυτών – συνήθως η επέμβαση αυτή είναι προσθήκη DNA ενός άλλου οργανισμού που έχει αποσπαστεί και τροποποιηθεί κατάλληλα στο εργαστήριο.
Ειδικότερα από τότε που οι επιστήμονες θεωρούν ότι κατάφεραν να αποκωδικοποιήσουν το DNA, έχει διευκολυνθεί η διαδικασία του εντοπισμού και της απομόνωσης του γονιδίου που είναι υπεύθυνο για κάποιο χαρακτηριστικό ή για τον έλεγχο κάποιας διαδικασίας και το οποίο θα χρησιμοποιηθεί για να μεταβάλουμε τον καινούριο οργανισμό.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα γενετικά τροποποιημένων οργανισμών είναι τα βακτήρια που έχουν τροποποιηθεί ώστε να παράγουν ανθρώπινη ινσουλίνη. Τα βακτήρια πολλαπλασιάζονται με ταχύτατους ρυθμούς και έτσι από τεράστιες καλλιέργειες τροποποιημένων βακτηρίων συλλέγουμε πολύ εύκολα πολύ ικανοποιητικές ποσότητες ανθρώπινης ινσουλίνης, οι οποίες στη συνέχεια θα χορηγηθούν σε διαβητικούς ανθρώπους.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα μεταλλαγμένων προϊόντων είναι το γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι, σόγια, ρύζι, σιτάρι, κ.α.. Συνηθέστερα, έχουν τροποποιηθεί με κάποιο γονίδιο ανθεκτικότητας ή με κάποιο γονίδιο αυξητικής ορμόνης.
Μια τέτοια περίπτωση, ας πούμε, είναι το περίφημο "καλαμπόκι της Λάρισας" που είχε προκαλέσει κάποτε αντιδράσεις και συζητήσεις. Ήταν πειραματικές καλλιέργειες καλαμποκιού που είχε τροποποιηθεί ώστε να παράγει το βακτήριο Bacillus thuringiensis, το οποίο σκοτώνει τα λεπιδόπτερα έντομα και αποφεύγεται έτσι η χρήση φυτοφαρμάκων.

Γιατί τα λέμε ‘μεταλλαγμένα’; ( Διαχωρισμός )

Έλα ντε.
Κακώς, θα έλεγα.
Μετάλλαξη είναι ένας γενικότερος όρος που περιγράφει μία επίκτητη αλλαγή της γενετικής σύνθεσης ενός οργανισμού, η οποία καθίσταται κληρονομική.
Με βάση τον ορισμό αυτό, η μετάλλαξη περιλαμβάνει και τη γενετική τροποποίηση, ο όρος μετάλλαξη όμως είθισται να αναφέρεται σε τυχαίες και μη ελεγχόμενες γενετικές αλλαγές.
Αυτές συνήθως είναι μεταβολές στην αλληλουχία βάσεων του γενετικού υλικού, που προκαλούνται από λάθη στη διαδικασία αντιγραφής κατά τη διάρκεια της κυτταρικής διαίρεσης και οφείλονται σε διάφορους εξωγενείς παράγοντες, όπως η έκθεση του γενετικού υλικού σε υπεριώδη ακτινοβολία, ραδιενέργεια, διάφορα χημικά ή και ιούς.
Το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα αρνητικό, πολύ συχνά μάλιστα ίσως δεν έχει καμία επιρροή στο φαινότυπο και στις λειτουργίες του οργανισμού.
Επειδή, όμως, τίποτα δεν είναι τυχαίο στο γονιδίωμα των οργανισμών, μία τυχαία μεταβολή στην αλληλουχία των βάσεων (ακόμα και η πιο ασήμαντη, όπως η έλλειψη μίας εκ των εκατομμυρίων βάσεων ή η προσθήκη μίας) το πιθανότερο είναι να σημαίνει ότι πλέον κάτι θα διαβάζεται διαφορετικά, ίσως και εντελώς διαφορετικά.
Σε μεταλλάξεις, για παράδειγμα, θεωρείται ότι οφείλεται το σύνδρομο Down, σε μεταλλάξεις οφείλονται συνήθως οι τερατογενέσεις σε περιοχές όπου υπεισέρχονται εξωτερικοί παράγοντες όπως αυτοί που αναφέραμε παραπάνω, ενώ μερικές μεταλλάξεις δεν είναι καν συμβατές με τη ζωή.
Καθίσταται προφανές ότι η Γενετική Μηχανική και οι επεμβάσεις της, οι γενετικές τροποποιήσεις, δεν έχουν σχέση με τις μεταλλάξεις.
Τα προϊόντα που προκύπτουν από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς καλό είναι να αποκαλούνται διαγονιδιακά ή γενετικά τροποποιημένα προϊόντα.
Και έτσι θα αποκαλούνται στο εξής σε αυτό το κείμενο.

Γιατί τα φοβόμαστε τόσο πολύ; ( Ο μύθος )

Ακριβώς γιατί τα λέμε "μεταλλαγμένα".
Τα φοβόμαστε τα μεταλλαγμένα.
Μας έρχονται στο μυαλό τερατογενέσεις, η Χιροσίμα, το Τσέρνομπιλ, ραδιενέργεια, καρκίνος κλπ..
Ο κόσμος ακούει "μεταλλαγμένα" και έχει την αίσθηση ότι θα φάει κάτι χαλασμένο ή καρκινογόνο ή ραδιενεργό.
Κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Καλό είναι να ξέρουμε τι να φοβόμαστε και γιατί.

Δηλαδή δεν υπάρχουν κίνδυνοι; ( Οι αλήθειες )

Κάθε άλλο.
Οι κίνδυνοι είναι πάρα πολλοί.
Ας περιοριστούμε εδώ στους άμεσους κινδύνους για τη φύση και για τον άνθρωπο.
α) Η Γενετική βρίσκεται ακόμα στα πρώτα βήματά της και είναι σημαντικό να μην το ξεχνάμε. Το ότι αποκωδικοποιήσαμε το DNA δε σημαίνει ότι έχουμε κατανοήσει πλήρως όλους τους σχετικούς μηχανισμούς. Μέσα από τα πειράματα μπορεί να προκύψει κάτι το επικίνδυνο χωρίς να το έχουμε προβλέψει. Η επέμβαση στο DNA ενός οργανισμού με στόχο ένα επιθυμητό αποτέλεσμα ίσως δεν μπορεί να αποκλείσει και κάποιο άλλο παράπλευρο αποτέλεσμα.
β) Ομοίως, ένα γενετικά τροποποιημένο προϊόν μπορεί να έχει παράπλευρες επιπτώσεις και στην υγεία του ανθρώπου και άλλων οργανισμών, όπως τοξικές επιδράσεις, αλλεργικές αντιδράσεις, ακόμα και τη μεταφορά των γονιδίων.
γ) Τα παραπάνω είναι ακόμα πιο επικίνδυνα, αν αναλογιστεί κανείς ότι από τη στιγμή που ένας γενετικά τροποποιημένος οργανισμός αφεθεί ελεύθερος στη φύση, δεν υπάρχει επιστροφή. Η διαδικασία είναι μη αναστρέψιμη. Για παράδειγμα, η γύρη ενός φυτού μεταφέρεται με τον αέρα, με το νερό ή με τα έντομα και μπορεί να επιμολύνει εκτάσεις από φυσιολογικές καλλιέργειες. Αυτό δε σημαίνει πως ολόκληρες οι εκτάσεις στη συνέχεια θα αποτελούνται από φυτά με την τροποποιημένη ιδιότητα, αλλά σίγουρα θα προκύψουν πολλά διαγονιδιακά φυτά και άλλωστε όλα τα φυτά που θα επιμολυνθούν θα μεταφέρουν την ιδιότητα στο γενετικό υλικό τους και, αν δεν εκφραστεί στα ίδια, θα εκφραστεί ίσως στις επόμενες γενιές. Κάθε ένα από αυτά τα φυτά είναι ικανό να μολύνει άλλες τόσες εκτάσεις και ούτω καθεξής.
δ) Μπορεί να επηρεαστούν οι τροφικές αλυσίδες. Για παράδειγμα, το καλαμπόκι-εντομοκτόνο θα σκοτώνει δεκάδες έντομα και πουλιά, θα επιδρά σε άλλους οργανισμούς που δεν αποτελούν στόχους (αν όχι και στον ίδιο τον άνθρωπο), θα προκαλέσει ίσως την επικράτηση υπερανθεκτικών ζιζανίων ή και εντόμων με ανοσία σε δηλητηριώδεις ουσίες, η οποία ίσως προκαλέσει και την εξαφάνιση των μη-τροποποιημένων οργανισμών γιατί δε θα μπορούν να ανταγωνιστούν, κλπ.. Πέρα από το ότι οι ίδιοι οι διαγονιδιακοί οργανισμοί μπορεί να είναι ασταθείς στο καινούριο τους περιβάλλον.

Τι τα θέλουμε τότε; ( Xρησιμότητα )

Τα διαγονιδιακά προϊόντα έχουν πάρα πολλά να μας προσφέρουν, αρκεί βέβαια να έχουν προηγηθεί τα απαραίτητα πειράματα και οι έλεγχοι ώστε να είμαστε βέβαιοι ότι είναι απολύτως ασφαλή για τον άνθρωπο και τη φύση.
Οι συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες των σύγχρονων κοινωνιών αναζητούν λύση και οι υποσχέσεις της Γενετικής Μηχανικής δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητες.
Κάθε αγρότης θα ήθελε πιο ανθεκτικά φυτά και κάθε καταναλωτής θα ήθελε πιο γευστικούς καρπούς, ενώ η μείωση της χρήσης αγροχημικών φαρμάκων είναι κάτι που θα επιθυμούσαν και οι δύο.
Αλλά πολύ περισσότερο, θα μπορούσαν να καλυφθούν οι ανάγκες εκατομμυρίων ανθρώπων σ’ αυτόν τον κόσμο που έχουν ανάγκη από φαγητό, αν τα φυτά αναπτύσσονταν ταχύτερα και ήταν παραγωγικότερα.
Ομοίως, θα μπορούσε να διευκολυνθεί η παραγωγή χιλιάδων ειδών φαρμάκων, καθιστώντας τα πιο προσβάσιμα για εκατομμύρια ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη, ή και να ανακαλυφθούν καινούρια, θεραπεύοντας άλλους τόσους.
Τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα έχουν τις βάσεις για να γίνουν το μέλλον της οικονομίας μιας παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας.

Και τα όρια πού είναι; ( Βιο-ηθική )

Ας αφήσουμε στην άκρη τους άμεσους κινδύνους που εκθέσαμε παραπάνω και ας επικεντρωθούμε τώρα στο δυσκολότερο ζήτημα: αν επιτρέπεται να παίζουμε με τη ζωή.
Ας θεωρήσουμε, μάλιστα, ότι δεν τίθεται θέμα γενετικής τροποποίησης των ανθρώπων για κανένα λόγο, γιατί τότε το θέμα γίνεται πολύ πιο δύσκολο και άλλωστε τότε πλέον δεν έχουμε να κάνουμε με προϊόντα.
Οι υπέρμαχοι της Γενετικής Μηχανικής διατείνονται ότι ο άνθρωπος ανέκαθεν έπαιζε με τη φύση προκειμένου να μπορέσει να την εκμεταλλευτεί όσο το δυνατόν καλύτερα. Από τις διασταυρώσεις των τριαντάφυλλων ή των μανταρινιών ή των σκυλιών μέχρι το μπόλιασμα των δέντρων, που σε πολλά μοιάζει με τη διαδικασία της γενετικής τροποποίησης, μόνο που γίνεται in vivo.
Ή μήπως δεν παίζουμε με τη ζωή και τη φύση όταν αποφασίζουμε να γκρεμίσουμε δέντρα για να χτίσουμε ένα σπίτι ή όταν κυνηγάμε και σκοτώνουμε πουλιά ή όταν κλείνουμε ζώα σε ζωολογικούς κήπους ή όταν πρέπει να επιλέξουμε αν θα στειρώσουμε τη σκύλα μας, αν θα την αφήσουμε να κάνει σκυλάκια ή αν θα κάνουμε ευθανασία στα σκυλάκια…;
Ο άνθρωπος παντού δεν επεμβαίνει στη ζωή και στη φύση;
Γιατί μας πειράζει τόσο πολύ εδώ;
Γιατί κάπου πρέπει να μπουν κάποια όρια, θα απαντήσουν οι πολέμιοί της. Γιατί δεν πρέπει να φτάσουμε μια μέρα παίζοντας να δημιουργήσουμε πατάτες σε μέγεθος καρπουζιού που να φυτρώνουν σε ταχύτητες φακής, ούτε μοσχάρια σε μέγεθος ελέφαντα που να γεννάνε σαν κουνέλια, ούτε αγελάδες που αντί για γάλα να παράγουν πενικιλίνη.
Αλλά ποιος είναι αυτός που θα βάλει τα όρια και ποιος θα αποφασίσει τι πρέπει και τι δεν πρέπει; Εμείς, που ασχολούμαστε με το θέμα θεωρητικά;
Μήπως όλη αυτή η ηθικολογία οφείλει την ανάπτυξή της στην ποιότητα της κοινωνίας μας, που έχει φροντίσει για την κάλυψη των βασικών μας αναγκών και την επίλυση των πρωτευόντων προβλημάτων μας;
Σε κάποιες άλλες γωνιές της γης, αυτές που υποτίθεται πως αφορά περισσότερο το θέμα, οι άνθρωποι σίγουρα δε θα είχαν τέτοιες αναστολές αν είχαν την επιλογή, αλλά μάλλον θα επέλεγαν να εξασφαλίσουν στον εαυτό τους το κρέας που θα τους έσωζε τη ζωή παρά να εξασφαλίσουν στη φύση την αρμονία με βάση αυτό που θεωρητικά ορίζεται ως "φυσιολογικό". Και θα το απολάμβαναν χωρίς να ανησυχήσουν αν το μοσχάρι είχε μέγεθος κανονικό ή μεγαλύτερο.
Αλλά και πάλι, μπορούμε να τα ισοπεδώσουμε όλα στο όνομα της ανάγκης;
Τη στιγμή, μάλιστα, που υπάρχουν τεράστια οικονομικά συμφέροντα, θα είναι σωστό να δούμε μια μέρα, με πρόσχημα τις απαιτήσεις του σύγχρονου κόσμου για καύσιμα, σκύλους που να κατουράνε πετρέλαιο ή καγκουρώ που να εκπνέουν γκάζι;
Κατά τη γνώμη μου, η απάντηση δεν είναι άσπρο ή μαύρο. Χρειάζεται πολλή συζήτηση για να βρούμε μια ισορροπία και να βάλουμε στο σωστό ύψος τη γραμμή των ορίων.

Σήμερα τι ισχύει; ( Ισχύουσα νομοθεσία )

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε αντίθεση με τις Η.Π.Α., είναι πάρα πολύ αυστηρή στο θέμα των μεταλλαγμένων τροφίμων.
Από το 2003, ο κανονισμός 1830/2003 που τροποποιεί την οδηγία 2001/18/EC, ορίζει ότι επιβάλλεται επισήμανση σε προϊόντα που περιέχουν εγκεκριμένο γενετικά τροποποιημένο οργανισμό σε ποσοστό μεγαλύτερο του 0,9% και αντίστοιχη επισήμανση σε προϊόντα που περιέχουν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 0,5% γενετικά τροποποιημένο οργανισμό που δεν έχει εγκριθεί ακόμα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά έχει λάβει μια ευνοϊκή αξιολόγηση κινδύνου από μια κοινοτική επιστημονική επιτροπή, ενώ σε περίπτωση που τα ποσοστά είναι μεγαλύτερα τα προϊόντα θα απαγορεύονται.
Υπάρχει, όμως, ένα κενό στην ευρωπαϊκή νομοθεσία: Δεν είναι υποχρεωτική καμία σήμανση στα ζωικά προϊόντα όταν προέρχονται από ζώα που τρέφονται με μεταλλαγμένους οργανισμούς.
Εδώ ας υπογραμμιστεί ότι στη χώρα μας εισάγονται κάθε χρόνο πάνω από 250.000 τόνοι μεταλλαγμένης σόγιας για χρήση στις ζωοτροφές και δεν έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίζουμε σε ποια ζώα καταλήγουν αυτές και σε ποια όχι.
Επιστημονικά πειράματα, πάντως, λαμβάνουν χώρα τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική και μάλιστα αυτού του είδους τα προγράμματα είναι γενικώς από τα υψηλά επιδοτούμενα.



ΥΓ: Νομίζω είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα για συζήτηση, γι’ αυτό προσπάθησα το κείμενο να είναι όσο το δυνατόν πιο πλήρες.
Αν, όμως, θεωρεί κανείς ότι πρέπει να διορθωθεί ή να προστεθεί κάτι στο κείμενο, ας το προτείνει.

Saturday, March 10, 2007

Η Τραντάφλους

- Τον βλέπεις αυτόν εκεί το δρόμο απάνω στη θάλασσα; Να ξέρεις, πάει στην Παράδεισο αυτός ο δρόμος. Κι ένα βράδυ, να ξέρεις, θα τον πάρω κι εγώ το δρόμο αυτό. Και θα πάω κι εγώ στην Παράδεισο.

Ο Τριαντάφυλλος ήταν μια χαρακτηριστική φυσιογνωμία της μικρής νησιωτικής μας πόλης, ας πούμε στο πρώτο μισό του μόλις περασμένου αιώνα.

Έκοβε βόλτες αγκαλιά με το βιολί του από ταβέρνα σε ταβέρνα για να βγάλει το ψωμί του. Τον φωνάζανε οι παρέες να παίξει και να πει κανα τραγούδι, να πει καμιά ιστορία που τις έλεγε ωραία, να τον πειράξουνε ίσως μερικές φορές ή να τον κοροϊδέψουνε, ίσα να διασκεδάσουνε για λίγο μέχρι να βαρεθούνε, κι εκείνος έκανε αυτά που του ζητούσαν για να του δώσουν ένα πιάτο φαΐ και γιατί ήταν ο φουκαράς αγαθός και καλός άνθρωπος.

Ευτυχισμένος ήταν.

- Είμαι, γιατί να μην είμαι; Βλέπω κάθε μέρα τον Ήλιο όταν ξυπνάει και του λέω "Γεια σου Ήλιε", "Γεια σου Τριαντάφυλλε" μου λέει, γιατί να μην είμαι ευτυχισμένος…;

Εντυπωσιακό το πόσο ποιητικά βίωνε τη ζωή του ένας αγράμματος άνθρωπος.

Αναρωτιόμουν πάντα αν αυτόν είχαν στο μυαλό τους οι Πελόμα Μποκιού όταν τραγούδησαν "Γαρύφαλλε Γαρύφαλλε"…


Μαζεύεται πλήθος, χαρούμενες φάτσες, εκεί που ο Γαρύφαλλος λέει…

Τους λέει τα δικά του και, σαν τελειώσει, ο κόσμος γελάει ή κλαίει.

Σχολείο, βιβλία, αρχαία, ιστορία, γι' αυτόν είναι άγνωστες λέξεις.

Δεν ξέρει να γράφει - και όμως, θαυμάσια δίνει στον κόσμο διαλέξεις.

Γαρύφαλλε, Γαρύφαλλε, κανείς μας δεν ξέρει ποιος είσαι…

Τα χρόνια περάσαν, τον είδανε όλοι και ήταν πολύ ευτυχισμένος.

Οι νέοι γεράσαν και φύγαν οι γέροι και φεύγει κι αυτός ο καημένος.

Μαζεύεται πλήθος να τον χαιρετήσει, κανένας πια δε γελάει.

Στα ουράνια ο Γαρύφαλλος βρίσκεται τώρα και με τους αγγέλους μιλάει…

Γαρύφαλλε, Γαρύφαλλε, κανείς μας δεν ξέρει ποιος είσαι...

Friday, March 09, 2007

7+7

Λοιπόν.
Αφού τέλειωσε καλά-καλά η μόδα τα 5, κάποιος άρχισε ένα chain με 7 ταινίες.
Επειδή η Julia και ο γκρινιάρης (εκ των υστέρων και η Φανή, η Αλεξάνδρα, η Μαρίνα και η maika) μου άφησαν από μία σκυτάλη και επειδή βαριέμαι απίστευτα να γράφω τώρα για 7 ταινίες, νωρίς-νωρίς και πριν να αρχίσω να λαμβάνω άλλες σκυτάλες, με ατομική μου ευθύνη και γνωρίζοντας τις κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 22 του Νόμου 1599/1986... δηλώνω ότι εκχωρώ το δικαίωμά μου στο φίλο μου το Γιάννη που τον εμπιστεύομαι σε τέτοια θέματα.
Όσο για συνεχιστές, επειδή βαριέμαι και να βρίσκω άλλους και να τους βάζω σε αυτήν τη διαδικασία, αν κανένας καλός άνθρωπος θέλει να γράψει για 7 ταινίες, του δίνω το δικαίωμα να πει ότι του παρέδωσε τη σκυτάλη ο Jason και ούτε γάτα ούτε ζημιά.
Χαιρετώ.

Thursday, March 08, 2007

Παραιτού

"...μωράς δε ζητήσεις και γενεαλογίας και έρεις και μάχας νομικάς, περιίστασο.
Εισίν γάρ ανωφελείς και μάταιοι.
Αιρετικόν άνθρωπον, μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν, παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει, ων αυτοκατάκριτος."

Απόστολος Παύλος
επιστολή προς Τίτον
Κεφάλαιο Γ'
Εδάφια 9-11

Wednesday, March 07, 2007

Ora ti conto una cosa...


Alfredo: Una volta un re fece una festa e c' erano le principesse più belle del regno. Basta... Un soldato, che faceva la guardia, vide passare la figlia del re... Era la più bella di tutte, e se ne innamorò subito, ma... ma che poteva fare un povero soldato a paragone colla figlia del re? Basta... Finalmente un giorno riuscì a incontrarla e ci disse che non poteva più vivere senza di lei. La principessa fù accussi impressionata dal suo forte sentimento che ci disse al soldato "se saprai aspettare cento giorni e cento notti sotto il mio balcone... alla fine io sarò tua...". Meinchia... Subito il soldato se ne andò là e aspettò... un giorno... e due giorni... e dieci... e poi venti... e ogni sera la principessa controllava dalla finestra, ma quello non si muoveva mai! Con la pioggia... con il vento... con la neve... era sempre là. Gli uccelli ci cacavano in testa e le api se lo mangiavano vivo, ma lui non si muoveva. Dopo novanta notti... era diventato tutto secco, bianco e ci scendevano le lacrime dagli occhi e non poteva trattenerle, chè non aveva più la forza manco per dormire... mentre la principessa, sempre che lo guardava. E arrivati alla novantanovesima notte... il soldato si alzò, si prese la sedia e se ne andò via.
Totò: Ma come... alla fine...?
Alfredo: Si, proprio alla fine, Totò. E non mi domandare qual è il significato, io non lo so, se lo capisci, dimmillo tu.



Alfredo: Μια φορά ένας βασιλιάς έκανε μια γιορτή και πήγαν οι πιο όμορφες πριγκιποπούλες του βασιλείου. Ένας στρατιώτης, λοιπόν, που φύλαγε σκοπιά, είδε την κόρη του βασιλιά να περνάει... Ήταν η πιο όμορφη απ' όλες, και την ερωτεύτηκε αμέσως, αλλά... αλλά τι θα μπορούσε να κάνει ένας φτωχός στρατιώτης μπροστά στην κόρη του βασιλιά; Ε τελικά μια μέρα κατάφερε να τη συναντήσει και της λέει ότι δεν μπορούσε άλλο να ζήσει χωρίς αυτήν. Η πριγκίπισσα τόσο πολύ εντυπωσιάστηκε από τα δυνατά του αισθήματα που είπε στο στρατιώτη: "αν περιμένεις εκατό μέρες και εκατό νύχτες κάτω από το μπαλκόνι μου... μετά θα είμαι δικιά σου...". Αμέσως ο στρατιώτης πήγε εκεί και περίμενε... μία μέρα... και δύο μέρες... και δέκα... και μετά είκοσι... και κάθε βράδυ η πριγκίπισσα κοίταγε από το παράθυρο, αλλά αυτός ακούνητος. Με βροχή... με αέρα... με χιόνια... ήταν πάντα εκεί. Τα πουλιά τον κουτσούλαγαν στο κεφάλι και οι μέλισσες θα τον έτρωγαν ζωντανό, αλλά αυτός δεν κουνιόταν. Μετά από ενενήντα νύχτες... είχε ξεραθεί εντελώς, ήταν κατάλευκος και του έτρεχαν τα δάκρυα απ' τα μάτια και δεν μπορούσε να τα συγκρατήσει, δεν είχε πια τη δύναμη ούτε για να κοιμηθεί... ενώ η πριγκίπισσα πάντα τον κοίταγε. Και φτάνοντας στην ενενηκοστή ένατη νύχτα... ο στρατιώτης σηκώθηκε, πήρε την καρέκλα του κι έφυγε.
Totò: Μα πώς... στο τέλος...;
Alfredo: Ναι, ακριβώς στο τέλος, Totò. Και μη με ρωτήσεις ποιο είναι το νόημα, εγώ δεν το ξέρω, αν το καταλαβαίνεις, πες το μου εσύ.



(από το Nuovo Cinema Paradiso του Giuseppe Tornatore)

Sunday, March 04, 2007

Let me tell you a story

Την είχα έννοια τη μικρή.
Κάθε που έριχνα το βλέμμα μου, προλάβαινα που μίλαγε σε πουλιά και πεταλούδες, προλάβαινα πριν αισθανθεί το βλέμμα θαρρείς από ένστικτο, μετά μου χάριζε μια στιγμή με ένα χαμόγελο ανεπαίσθητο, ανάλαφρο όπως τα σύννεφα που κυνηγούσε. Κι ύστερα χανόταν ξανά.
Αταλάντη – μόνη της το διάλεξε. Αταλάντη που θα πει ακλόνητη. Αμετακίνητη και σταθερή. Για να μας ξεγελάσει μάλλον, ποιος ξέρει.
Τη ζήλευα κιόλας, τη ζήλευα που μπορούσε έτσι εύκολα να μας γελάει και να εξατμίζεται, σα νεράιδα βγαλμένη από παραμύθι.
Τα λάτρευε τα παραμύθια.
Τα βράδια, όταν έφθανε η ώρα για ύπνο, καθόμουν στο προσκέφαλο για παραμύθι.
Ε λοιπόν, έπρεπε να ‘σουν από μια μεριά να τη χάζευες, καθώς ξεκλείδωνε το σεντούκι της φαντασίας της και πήδαγε μέσα, βούταγε στις λίμνες της, χόρευε με τον άνεμο, και με τράβαγε απ’ το μανίκι και με βούταγε κι εμένα και με χόρευε, με χόρευε και με μέθαγε με αρώματα, μα πριν προλάβω να ζαλιστώ, εκείνη ήδη με είχε αφήσει για το Μορφέα. Κι εγώ έμενα να κάνω παρέα με κακομαθημένα πορτοκάλια, ευαίσθητες κουβέρτες κι ένα σωρό άλλα πράγματα, που όμως στη χώρα της φαντασίας δεν ήταν καθόλου πράγματα, κάθε άλλο, ήταν πολύ πολύ ζωντανά, και για να μην παραπονιούνται όταν πήγαινα κι εγώ για ύπνο τα έπαιρνα μαζί μου να δίνουν χρώμα και στα δικά μου όνειρα.
Όταν ξυπνούσα είχαν φύγει. Θα γυρίζαν στο σεντούκι, αλλά το ‘χα κι αυτό μια έννοια.
Το ‘χα έννοια αν τα ‘σπρωχνε πίσω στο σεντούκι ή αν τα λυπόταν κι εκείνη κι άφηνε να περπατάνε ελεύθερα και το ‘χα έννοια γιατί ο κόσμος δεν είναι παραμύθι και θα τρόμαζαν και θα τρόμαζε και κείνη.
Και περισσότερο είχα μια έννοια όταν έφτιαχνε τα πιο ωραία παραμύθια της, αυτά που μύριζαν φθινόπωρο και νερό, τότε την είχα έννοια γιατί το ‘ξερα πως κάτι τη στεναχώρεσε και τότε δεν προσπαθούσε πια να μας γελάσει, δεν εξατμιζόταν πια, η Αταλάντη.
Την είχα έννοια τη μικρή. Γιατί δε σκέφτηκα πως η μικρή ήταν μεγάλη. Κι ας μας γελάει πού και πού.
Το μόνο που ‘μεινε για έννοια τώρα, είναι κείνο το σεντούκι.
Πότε θα ξανανοίξει.
Ιάσονας είναι το πραγματικό μου όνομα, το κράτησα και εδώ.
Όταν διάλεξες εσύ το δικό σου, ίσως δεν ήξερες ότι η Αταλάντη ήταν η μοναδική γυναίκα αργοναύτης.
Δε μου κάνει εντύπωση που βρεθήκαμε να συνταξιδεύουμε και στην bloggόσφαιρα της φαντασίας.

Thursday, March 01, 2007

Awareness of being

Όταν ήμουν μικρός, είχα πρόβλημα με τον ύπνο.

Κοιμόμουν πολύ εύκολα και πολύ βαθειά, πολλές ώρες, συνεχόμενα, χωρίς διακοπές και χωρίς επαφή με τον έξω κόσμο. Όνειρα δεν έβλεπα σχεδόν ποτέ (ή τέλος πάντων δεν τα θυμόμουν όταν ξυπνούσα) και έτσι θα μπορούσε να πει κανείς ότι κοιμόμουν χωρίς επαφή με τον κόσμο γενικώς.

Όταν μεγάλωσα αρκετά ώστε να το αντιλαμβάνομαι και να με απασχολεί, δεν κατάφερνα πλέον να αφεθώ να κοιμηθώ. Θυμάμαι ότι ξάπλωνα στο κρεβάτι και μετρούσα το χρόνο με τη βοήθεια του σταθερού και επίμονου ήχου του δείκτη των δευτερολέπτων ενός μεγάλου ρολογιού με σχήμα σαλιγκαριού που είχα κάπου στο παιδικό μου δωμάτιο. Οι ριπές αυτές έκοβαν το σκοτάδι σε φέτες και εγώ σκεφτόμουν ένα, δύο, τρία, δέκα, δέκα φορές τόσα είναι εκατό, δέκα φορές όόόλα αυτά είναι χίλια, και άλλα χίλια όλα απ’ την αρχή και άλλα χίλια και άλλα χίλια και βάλε μας κάνουνε δέκα χιλιάδες, βάλε και άάάλλα τόσα ένα προς ένα, και άάάλλα τόσα και βάλε και βάλε και βάλε… τόσα και τόσα δευτερόλεπτα θα περάσουν όσες ώρες εγώ θα κοιμάμαι, και το καθένα απ’ όλα αυτά θα περνάει όπως περνάει τώρα αυτό το ένα… κι άλλο ένα… κι άλλο ένα… τικ… τακ… τικ… τακ… τικ… τακ… Και θα ξυπνήσω και δε θα θυμάμαι τίποτα, black screen στη μνήμη μου για όλον αυτόν το χρόνο, σα να μην υπήρχα εγώ στον κόσμο αυτές τις ώρες, σα να μην υπήρξα μέσα στην ιστορία τους, ο κόσμος θα έχει προχωρήσει και εγώ θα έχω ξυπνήσει από το τίποτα και το πουθενά. Από ένα μικρό θάνατο.

Αυτό φοβόμουν. Την ασυνειδητότητα.

Είχα ανάγκη τη συνειδητότητα, τη συναίσθηση της ύπαρξής μου, της δικιάς μου ύπαρξης και του δικού μου εγώ.

Το ξεπέρασα με το μόνο τρόπο που μπορεί να ξεπεράσει κανείς κάτι τέτοιο, πήγα ένα βράδυ για ύπνο αποφασισμένος να κλείσω τα μάτια και να μην αφήσω τον εαυτό μου να σκεφτεί τίποτα. Και έτσι ακριβώς έγινε. Έπεσα και κοιμήθηκα.

Η σχέση μου με τις υπαρξιακές ανησυχίες δεν επεκτάθηκε πολύ, με εξαίρεση, ίσως, κάποιες φορές που με ενοχλούσε η σκέψη της αιωνιότητας, όπως ακριβώς την προσέγγιζε ο Κούντερα: "...η ιστορία είναι μόνο ένας λεπτός σπάγγος μνήμης μέσα στον ωκεανό της λήθης, αλλά ο χρόνος συνεχίζει την πορεία του και θα 'ρθει η εποχή των υψηλών περιόδων, όπου ολόκληροι αιώνες θα φαίνονται τότε αιώνες πινάκων και μουσικής, αιώνες ανακαλύψεων, πολέμων, βιβλίων, και θα 'ναι αυτό κακό γιατί ο άνθρωπος θα χάσει την αντίληψη για τον ίδιο τον εαυτό του και την ιστορία του, την ακατανόητη, την ανεξιχνίαστη, τη ζαρωμένη πίσω από μερικές σχηματικές συντομευμένες έννοιες.". Φοβόμουν όταν συνειδητοποιούσα ότι το μόνο που θα απομείνει μια μέρα από αυτό το εγώ μου που λέγαμε, θα είναι μία απειροελάχιστη ανώνυμη ποιοτική στατιστική συμμετοχή στη διαμόρφωση μιας τέτοιας μερικής σχηματικής συντομευμένης έννοιας που θα κολληθεί ως ταμπέλα στην κοινωνία που ζω, όταν θα τη μελετάνε μετά από πολλά χρόνια, όπως εμείς ας πούμε αναφερόμαστε με μια μονάχα λέξη σε μια περίοδο τριακοσίων χρόνων της αρχαίας Ελλάδας, που περιέχει τόσα εκατομμύρια ανάσες, σκέψεις, χαρές, λύπες, πλάνες, αδικίες, μία προς μία, εκατομμύρια ζωές ολόκληρες που κατά τ’ άλλα έχουν σβηστεί από το χάρτη της ιστορίας. Σα να μην υπήρξαν ποτέ.

Και τότε με έπιανε μια λύπη για τη μέρα εκείνη, όπως ακριβώς έλεγε ο συγγραφέας μου πιο κάτω. "Όχι μόνο γιατί ήταν μάταια, αλλά και γιατί απ' αυτή τη ματαιότητά της τίποτα δε θα μείνει…". (κάτι που στην ψυχολογία ίσως θεωρούν ότι είναι η αρχή του πρώτου σταδίου της κατάθλιψης, αλλά μπορώ να πω με σιγουριά ότι ποτέ δεν πλησίασα προς εκείνην την πλευρά)

Ο περισσότερος κόσμος, βέβαια, όταν νιώθει πραγματικά μικρός μέσα στο χωροχρονικό σύστημα που λέγεται "κόσμος", εφησυχάζει όταν καταφέρνει να νιώσει ακόμα μικρότερος, ακουμπώντας πάνω σε μία έννοια που ονομάζει "Θεό", ίσα-ίσα για να νομιμοποιήσει το υπερφυσικό και να ανακουφιστεί έτσι από το σαράκι των αδιέξοδων σκέψεών του, απαλλασσόμενος και από το βάρος της ευθύνης των γενικότερων επιλογών ενώπιον των οποίων καλείται να σταθεί κατά τη διάρκεια της ζωής του. Απαλλασσόμενος από το βάρος της αβάσταχτης ελαφρότητας του είναι του.

Πάνω απ’ όλα, όμως, ο άνθρωπος επινοεί κάποιο Θεό για να εξασφαλίσει σε αυτήν του την ύπαρξη ένα μέλλον – ένα μετά θάνατον μέλλον.

Εγώ, λοιπόν, δεν έχω καταφέρει να πιστέψω σε κάτι τέτοιο.

Ανέκαθεν έβρισκα πολύ ενδιαφέρουσες τις θρησκείες.

Καταρχάς από πλευράς περιεχομένου των διδασκαλιών τους. Είτε τις προσεγγίσουμε ανεξάρτητα, είτε συγκριτικά μεταξύ τους, είτε σε συσχετισμό με τα ιστορικά, γεωγραφικά και εθνολογικά χαρακτηριστικά που διαμόρφωσαν τις συνθήκες της δημιουργίας τους ή και της διατήρησης αλλά και της αλλοίωσής τους με το πέρασμα των αιώνων, η κάθε θρησκεία προσφέρει ένα σύνταγμα ηθικής και προτείνει έναν τρόπο ζωής ως οδηγούς επιβίωσης σε έναν κόσμο δύσκολο.

Δευτερευόντως δε, από πλευράς εθιμολογικής, δηλαδή αφενός εξετάζοντας τα κατάλοιπα αυτής της ηθικολογίας και του τρόπου ζωής στη σημερινή καθημερινότητα, αφετέρου βιώνοντας τις μικρές συνήθειες και τα μεγάλα έθιμα που αντιστοιχούν σε μια θρησκεία, που στην ορθόδοξη θα μπορούσαν να είναι από την προσευχή πριν από το γεύμα μέχρι τις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας.

Τέλος, από πλευράς καλλιτεχνικής. Η σχέση των θρησκειών με την τέχνη είναι θαυμαστή. Από τους χριστιανικούς εκκλησιαστικούς ύμνους μέχρι τις εικόνες ή τα αγάλματα και τους πολύ όμορφους ναούς, μπορεί κανείς να βρει αριστουργήματα.

Αξίζει, ίσως, να αναλογιστεί κανείς πόσοι άνθρωποι έχουν πεθάνει χτίζοντας τέτοιους ναούς. Για να τιμήσουν κάτι του οποίου η ύπαρξη είναι αμφίβολη.

Πολύ περισσότερο, αξίζει να αναλογιστεί κανείς πόσοι άνθρωποι έχουν θυσιάσει τη ζωή τους για να μαρτυρήσουν για κάτι του οποίου η ύπαρξη είναι αμφίβολη.

Πόσοι και πόσοι άνθρωποι έχουν επιλέξει να ζήσουν όλη τους τη ζωή τους δοξάζοντας κάτι του οποίου η ύπαρξη είναι αμφίβολη.

Έχω κάθε δικαίωμα, λοιπόν, να αισθάνομαι τουλάχιστον αναίσθητος όταν εγώ δεν καταφέρνω να πιστέψω σε μία τέτοια αξία, από την οποία θα μπορούσα να αντλώ δύναμη... εις τους αιώνας των αιώνων αμήν.

Γιατί αυτή είναι η δική μου διαφορά.

Εγώ βλέπω μια πνοή στον κόσμο.

Μια πνοή που κινεί τα πάντα, όχι ένα πνεύμα του οποίου η επινόηση τα εξηγεί και τα δικαιολογεί.

Είναι η πνοή που φύσηξε στο μύλο το χρόνου για να αρχίσει να γυρίζει, η πνοή που ζωγράφισε τις καταπληκτικές αρμονίες του σύμπαντος, η πνοή που τρύπωσε μέσα στην ύλη και έφτιαξε τη ζωή, μια ζωή που μεταφέρεται από πλάσμα σε πλάσμα και που λίγη ή πολλή έχω μέσα μου κι εγώ και που μπορεί να την ακούσει κανείς κάθε φορά που χτυπάει η καρδιά μου.

Αν αυτό είναι ο θεός που λένε ότι είναι πανταχού παρών, τότε ναι, πιστεύω ότι υπάρχει θεός. Και έχω κι εγώ λίγο ή πολύ θεό μέσα μου.

Αλλά δεν πιστεύω σ’ αυτόν, δεν περιμένω να με βοηθήσει ή να με σώσει, δεν τον λαμβάνω καν υπόψη μου.

Όχι, δε με ακούει κανένας θεός αυτή τη στιγμή.

Δεν πιστεύω στο Θεό με Θ κεφαλαίο, στο Θεό που βλέπει, ακούει, σκέφτεται, επιλέγει, κρίνει ή συγχωρεί, θέλει, επεμβαίνει και το θέλημά Του γίνεται πράξη.

Δεν πιστεύω, δηλαδή, στον παντοδύναμο Θεό που επινοεί κανείς για να αντλεί δύναμη εις τους αιώνας των αιώνων αμήν.

Το θεό τον έχω μέσα μου, μια δύναμη ανακύκλωσης και ισορροπίας, μια πνοή που είναι κομμάτι της ψυχής του σύμπαντος.

Είναι μέρος και όλον, την ίδια πνοή έχουμε κι εγώ κι ο άλλος παρακεί και όλος ο κόσμος.

Με το θάνατο, η ψυχή αυτή επιστρέφει από ‘κει που ήρθε, το παντού και το πουθενά.

Με την απόλυτη γνώση, χάνεται και η συναίσθηση της ύπαρξης και του εγώ, χάνεται η συνειδητότητα.

Η ψυχή αγγίζει το απόλυτο φως, που είναι όμοιο με το απόλυτο σκοτάδι.

Το μηδέν και το άπειρον.


More than the Grave is closed to me

The Grave and that Eternity

To which the Grave adheres

I cling to nowhere till I fall

The Crash of nothing, yet of all

How similar appears

Emily Dickinson