Friday, June 22, 2007

Μη-με-λησμόνει

Μη με ξεχνάς...
Και επειδή όλα τα περίεργα ονόματα κρύβουν μία όμορφη ιστορία, ή ο λαός έτσι θέλει να πιστεύει, μετά από αυτό το post υποσχθέθηκα στην αγαπημένη Ραλλού με τα 2 -λ να βρω την ιστορία του περίεργου ονόματος των λουλουδιών αυτών...
Αυτή τη φορά δε χρειάστηκε να ψάξω πολύ, αφού η wikipedia στο σχετικό της άρθρο έχει όσες πληροφορίες θα μπορούσαν να ενδιαφέρουν κάποιον γι' αυτά.
Ο μύθος, λοιπόν, μας πάει σε παλιές ρομαντικές εποχές, ένα απόγευμα ίσως, που ένας ιππότης απολάμβανε τον περίπατό του μαζί με τη γλυκειά συνοδό του δίπλα σε ένα πλούσιο ποτάμι. Σε κάποια στιγμή, ο ιππότης μας έσκυψε να κόψει λίγα όμορφα λουλούδια, αλλά το βάρος της πανοπλίας του τον έριξε μέσα στο φουσκωμένο ποταμό. Το νερό τον παρέσυρε και, καθώς πνιγόταν, πρόλαβε να πετάξει τα λουλούδια στην κοπέλα και να της φωνάξει "μη με λησμόνει!"...
Τα λουλούδια αυτά, λοιπόν, από τότε, τα φορούσαν οι γυναίκες για να συμβολίσουν, έτσι, αιώνια πίστη και αγάπη. Αντίστοιχα, η παράδοση ήθελε τα πρόσωπα που τα φορούσαν να μην ξεχνιούνται ποτέ από τους αγαπημένους τους.
Έτσι, από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα, τα λουλουδάκια αυτά συχνά περνούν απαρατήρητα, κάπου κρυμμένα, να κουβαλάνε ήσυχα μία γλυκειά αγάπη.
Τα λουλούδια αυτά, λοιπόν, ανθίζουν τόσο στη λαϊκή παράδοση, όσο και στη σύγχρονη κουλτούρα, όπως για παράδειγμα σε τούτο εδώ το disco τραγουδάκι από τις αρχές της δεκαετίας του '80.
Τέλος, τα τελευταία χρόνια, τα "μη-με-λησμόνει" έχουν αναχθεί από τις διάφορες οργανώσεις σε σιωπηλά σύμβολα για τους απανταχού εξαφανισμένους, αγνοουμένους, κλπ..
Έτσι και στην Ελλάδα, τα συναντάμε μερικές φορές σε αναφορές ή και εκδηλώσεις για την Κύπρο...

Friday, June 15, 2007

Γαμούτο

Ζητάμε την προσοχή σας.

Για άλλη μια φορά, η στήλη μας θα προβεί σε μια τρομακτική αποκάλυψη.

Η σημερινή μας αποκάλυψη, μάλιστα, έχει να κάνει με μία λέξη που όλοι σας καμιά φορά χρησιμοποιείτε (έλα-τώρα-μην-ντρέπεσαι).

Θα ασχοληθούμε, κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι (όχι παιδιά, τουλάχιστον όχι χωρίς γονική συναίνεση) με τη γνωστή σε όλους μας λέξη ‘γαμώτο’.

Ποια η ετυμολογία της;

Μια πρώτη αφελής (αφελής, κύριε Μπαμπινιώτη, αφελής) προσέγγιση θα μπορούσε να είναι ότι βγαίνει από τις λέξεις γαμώ + το. Δηλαδή (εγώ) γαμώ αυτό -> "γαμώτο". Χμ.

Ας το πάρουμε λίγο αλλιώς.

Ας θεωρήσουμε ότι έχουμε το ρήμα γαμάω-γαμώ, που κλίνεται κατά το τιμάω-τιμώ, όπως όλα τα συνηρημένα της α’ κατηγορίας.

Σας ερωτώ λοιπόν:

Ποια θα είναι η Ευκτική γ’ Ενικού του Ενεστώτα της Παθητικής φωνής του ρήματός μας;

Μη ζορίζεστε. Η απάντηση είναι η προφανής. ‘Γαμώτο’, κατά το ‘τιμώτο’.

Εννοιολογικά δε, ταιριάζει τέλεια, άμα σκεφτούμε τι εκφράζει αυτός ο ρηματικός τύπος· γαμώτο, δηλαδή "ας γαμηθεί". Να πάει να γαμηθεί, κοινώς (πωπω ντροπή, πιπέρι και όλα τα σχετικά). Η πρώτη αυθόρμητη και ακατέργαστη σκέψη που μας έρχεται στο μυαλό όταν κάτι δεν πάει καλά και μας νευριάζει: να πάει να γαμηθεί -> γαμώτο.

Εντάξει, αν τα πράγματα ήταν τόσο απλά, θα είχα ήδη στείλει γράμμα στον κατά τ’ άλλα συμπαθέστατο κύριο Μπαμπινιώτη, για να του επισημάνω την ενδιαφέρουσα αυτή ανακάλυψη.

Έλα όμως που υπάρχει ένα θέμα.

Το ρήμα γαμώ στα αρχαία δεν ανήκε στα εις –άω, αλλά στα εις –έω. Ήταν δηλαδή γαμέω-γαμώ και όχι γαμάω-γαμώ.

Επομένως κλίνεται κατά το ποιέω-ποιώ, όπως και όλα τα συνηρημένα της β’ κατηγορίας. Και η Ευκτική γ’ Ενικού του Ενεστώτα της Παθητικής φωνής του ποιέω είναι ‘ποιοίτο’, άρα του γαμέω θα είναι ‘γαμοίτο’… (το οποίο έρχεται σε αντιδιαστολή με το "γαμούτο", το οποίο συνήθιζε να ξεφωνίζει ένας φίλος μου παλιά, υποθέτω από… άποψη).

Εδώ λοιπόν ανοίγει ένα πραγματικά μεγάλο κεφάλαιο της ελληνικής γλώσσας, που είναι η συμπεριφορά των συνηρημένων.

Συνοπτικά, μπορώ να πω πως υπάρχει ένα πρόβλημα με πολλά από τα εις –έω της καθαρεύουσας, τα οποία στη δημοτική έχουν μετατραπεί σε εις -άω, όπως το περιπατέω-περιπατώ που σήμερα είναι περπατάω-περπατώ, το λαλέω-λαλώ που έχει γίνει λαλάω-λαλώ, το ηγέω-ηγώ που σήμερα συναντάται και αυτό ως εις –άω πχ. οδηγάω-οδηγάω, το δοκέω-δοκώ που σήμερα το βλέπουμε σε –άω πχ. προσδοκάω-προσδοκώ, κλπ..

Υπάρχει ένα θέμα, λοιπόν, σχετικά με το πώς είναι καλύτερα να τα κλίνουμε, πχ. το "οδηγείς" σου ακούγεται καλύτερα από το "οδηγάς", αλλά δεν μπορείς να πεις το ίδιο για το "περπατείς" και το "περπατάς". Πώς θα τα κλίνουμε τελικά, ως ρήματα της κατηγορίας α’ ή β’; Με βάση τη σημερινή τους μορφή, ή την αρχαιότερη;

Σε γενικές γραμμές, και οι δύο προσεγγίσεις είναι αποδεκτές.

Ιδιαίτερα στον προφορικό λόγο, πόσο μάλλον σε μια γλώσσα καθομιλουμένη και για μία λέξη (θεωρητικά) αρκετά χαμηλού επιπέδου, ναι, όλα είναι επιτρεπτά.

Αυτό το χάος εκμεταλλεύομαι κι εγώ για να υποστηρίξω ότι το ‘γαμώτο’ είναι Ευκτική Παθητικής φωνής του νεοελληνικού ‘γαμάω’, σύμφωνα με τους γραμματικούς κανόνες της καθαρεύουσας.

Άλλωστε, το ‘γαμέω’ αν δεν κάνω λάθος σήμαινε "παντρεύομαι", οπότε πιστεύω ότι όντως η νεοελληνική βερσιόν του ρήματος είναι πιο κοντά σε αυτό που ψάχναμε.

Τι λέτε, κύριε Μπαμπινιώτη…;

Thursday, June 14, 2007

Εργαστήριο Παρασκευής

Λοιπόν θέλω να δηλώσω τα εξής.

Μου φαίνεται πολύ περίεργο να μιλάνε κάποιοι στις ειδήσεις για εργαστήρια παρασκευής ναρκωτικών, εκρηκτικών, κλπ. και σίγουρα πολύ ειρωνικό να διαβάζω ρεπορτάζ για εργαστήρια παρασκευής ζυμαρικών, γαλακτοκομικών, κλπ., τη στιγμή που εγώ έχω εργαστήρια Παρασκευής ΣΚΕΤΟ.

Θέλω να ξέρετε πως είναι πολύ δύσκολο για έναν άνθρωπο να κάνει εργαστήρια, μεταξύ άλλων, τις Παρασκευές 7-9 το βράδυ.

Θέλω να ξέρετε πως είναι γενικότερα απάνθρωπο για έναν άνθρωπο να περνάει το καλοκαίρι του στην Πάτρα, με αυτήν τη ζέστη και την υγρασία που σε κάνουν να είσαι ιδρωμένος όλη μέρα και να μην μπορείς να αναπνεύσεις. Και πού να σφίξουν οι ζέστες, θα μου πείτε, και η πλάκα είναι ότι η εξεταστική θα ξεκινήσει με τις ζέστες ήδη σφιγμένες, πολύ σφιγμένες, τόσο σφιγμένες που θα κοντεύουν να σκάσουν και να σκάσουμε κι εμείς μαζί. Να ξέρετε, λοιπόν, πως είναι απάνθρωπο για κάποιον άνθρωπο να δίνει ας πούμε Ηλεκτρικές Μηχανές (λέμε τώρα ένα σενάριο, πρόγραμμα δε θα έχουμε παρά μόνο λίγες μέρες πριν την εξεταστική χοχοχο) Παρασκευή 27 Ιουλίου στις 3 το μεσημέρι στο αμφιθέατρο της εστίας. Όχι όχι, το λέω να το ξέρετε.

Επίσης, έχω να καταγγείλω πως είναι ένας παπαγάλος στην Κορίνθου που κάθε φορά που περνάω με λέει "μαλάκα μαλάκα", δηλαδή καταλαβαίνετε, ή είμαι δύο φορές μαλάκας, ή μου το λέει δύο φορές για εμπέδωση, γιατί ίσως είμαι πολύ μαλάκας για να το καταλάβω με την πρώτη.

Έχω να καταγγείλω ακόμα πως έκανα το λάθος να ταΐσω μία μαύρη γάτα και έτσι εδώ και βδομάδες κάθε μέρα κόβει βόλτες έξω από τη σίτα του ανοιχτού μου παράθυρου και νιαουρίζει. Παρατηρώ δε, ότι τρομάζει κάθε φορά που στύβω ένα λεμόνι, δεν ξέρω άμα είναι σημαντικό στοιχείο αυτό κύριε Πρόεδρος, αλλά εγώ το λέω, να μην το πω; Καλείται όποιος με ακούει να προσπαθήσει να μου γράψει μια παράγραφο με μια ιστορία με ένα λόγο για τον οποίο μία μαύρη γάτα μπορεί να τρομάζει όταν βλέπει ένα μαυρισμένο φοιτητή να στύβει ένα κίτρινο λεμόνι.

Τέλος, θέλω να σας ενημερώσω για κάτι.

What I am about to tell you might come to you as a shock, but…

Η λέξη 'περιβαντολογικός'… δεν υπάρχει!

Δεν ξέρω άμα σας εκπλήσσω, αγαπητοί δημοσιογράφοι (ο-θεός-να-σας-κάνει), αλλά ποιος ασχολείται μαζί σας, εσείς αγράμματοι είσθε οι 9 στους 10.

Δεν ξέρω άμα σας εκπλήσσω εσάς, κύριε Παπανδρέου, τα αμερικάνικα είναι πιο εύκολη γλώσσα, το ξέρω, δεν κρύβουν τόσες εκπλήξεις, αλλά εγώ πρέπει να σας το πω.

"Περιβάλλον" είναι η λέξη, άρα αυτός που αφορά το περιβάλλον είναι "περιβαλλοντικός". Η επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη του περιβάλλοντος είναι η "περιβαλλοντο-λογία" και ο σχετικός με αυτήν είναι "περιβαλλοντολογικός".

Τα αμερικανικά γονίδια είναι επικρατή, το καταλαβαίνω κι αυτό, και υποβόσκουν και παραμονεύουν και φαίνεται ότι στην πρώτη ευκαιρία επιτίθενται. Υποθέτω αυτό το 'βα-λλο-ντο-λο' τους πέφτει λίγο βαρύ και τους έρχεται, κατά το προσφιλές τους συνήθειο, να του κόψουν καμιά συλλαβή χάριν ευφωνίας και ευπεψίας, αλλά τότε θα μπορούσα κι εγώ ας πούμε να αλλάξω το ονοματάκι σας, ας πούμε αυτό το 'πα-πα' με μπερδεύει, να το κόψουμε λίγο, να το κάνουμε "Πανδρέου", ή μάλλον "Pandrew". Να του αλλάξω τα φώτα, ηλεκτρολόγος είμαι λέμε. (ερώτηση: θα κάνατε άραγε πολιτική καριέρα άμα το όνομά σας ήταν λίγο διαφορετικό; - ρητορικό ήταν, δε χρειάζεται να απαντήσετε)

Και δε νομίζω, κύριε πρόεδρε, πως είναι και πολύ ευγενικό να φέρεστε έτσι στο περιβάλλον, ανήμερα μάλιστα της εορτής του και τη στιγμή που κάνετε θεαματική είσοδο οδηγώντας υβριδικό αυτοκίνητο, αποδεικνύοντας τόσο μα τόσο ξεκάθαρα το πραγματικό, ειλικρινές, αυθεντικό και πηγαίο ενδιαφέρον σας, το έμπρακτο ενδιαφέρον σας, το ενεργό, το άγρυπνο ενδιαφέρον του ανθρώπου που εργάζεται ολημερίς και πυρετωδώς για τον έναν και μοναδικό του στόχο, την επανάσταση του πράσινου…

Του ΠΑΣΟΚ.

Wednesday, June 13, 2007

Για όλους εσάς που απόψε κοιμάστε

Ήρθε μια φίλη από Αθήνα προχτές.
-Θέλω να περπατήσουμε. Να μου δείξεις την Πάτρα.
"Θα σε πάρω μια νύχτα να σου δείξω την πόλη, όταν θα κοιμούνται όλοι…" έλεγε ένα τραγούδι που αγαπούσα κάποτε.
Τους χειμώνες στην Αθήνα, πηγαίνουμε με το αυτοκίνητο σε μια γωνιά στο βουνό κάπου κοντά μας και χαζεύουμε τη νύχτα, ενώ ο αέρας μυρίζει χώμα και πεύκο, ή και πιο μακριά, σε κανα ξέφωτο στις στροφές της Πεντέλης, που φαίνεται και η θάλασσα, κι είναι ωραία και ήσυχα.
Kι όμως, μια πόλη το βράδυ έχει τη δική της γοητεία.
Καθώς βολτάραμε στην Πάτρα, ανέβηκε στη μύτη μου μια μυρωδιά από άσπρο γιασεμί που μου θύμισε αμέσως τα Φτηνά τσιγάρα με τη μουσική του Καλαντζόπουλου.
-Γιατί δε φαίνονται τ’ αστέρια;
-Τα κρύβουν τα φώτα της πόλης.
-Και γιατί δεν τα σβήνουν;
-Οι άνθρωποι φοβούνται. Προτιμούν μια φωτισμένη πόλη.
Μου πήρε χρόνια να βρω μέσα μου γιατί μου μιλάει η εικόνα από τα φώτα μιας πόλης αργά το βράδυ. Γιατί νιώθεις να απλώνουν τα όνειρα που κρύβουν, τα στριμωγμένα στις ανάσες των ανθρώπων που κοιμούνται.
"Η πόλη κοιμάται, μα εγώ ξενυχτώ, πίσω απ’ τα τζάμια σας τον ύπνο σας κοιτάζω…", λέει άλλο ένα τραγούδι.
Είχα περάσει κάποτε ένα ολόκληρο βράδυ στην Κωνσταντινούπολη να χαζεύω τον ύπνο εκατομμυρίων ανθρώπων στην υπέροχη θέα της απέραντης φτωχής πόλης από το παράθυρο του ενδέκατου ορόφου του χτισμένου ψηλά στην πόλη ξενοδοχείου.
Ένα άλλο βράδυ, με μια όμορφη παρέα στη Θεσσαλονίκη, ήμασταν σκαρφαλωμένοι στα τείχη εκεί στο Επταπύργιο, με τη μεγάλη φτωχομάνα να απλώνεται από κάτω μας.
Περπατήσαμε προχτές μέσα από τα φώτα της πόλης, διασχίσαμε όνειρα και πλάνες που ροχάλιζαν και κάτσαμε στο μώλο.
Ο κόσμος αγαπάει τα λιμάνια, γιατί βλέπει τη θάλασσα και ηρεμεί, βλέπει τα πλοία που φεύγουν κι έρχονται και ταξιδεύει. Και ίσως δεν προσέχει κανείς την πίσω θέα, το κέντρο μιας άσχημης πόλης να σκαρφαλώνει προς το λόφο.
Καμιά φορά τα καλοκαίρια, όταν είμαστε με την παρέα στο νησί, περνάμε τα βράδια μας στο φάρο. Περπατάμε την προκυμαία γύρω-γύρω, προχωράμε στο λιμενοβραχίονα, πηδάμε τα κάγκελα που μας προστατεύουν από το ετοιμόρροπο κτίσμα, ανεβαίνουμε κάτι κατεστραμμένα σκαλιά και ξαπλώνουμε στο τσιμέντο γύρω από τη μηχανή του φάρου, και χαζεύουμε τη μικρή πόλη να κοιμάται.
Εγώ ανεβαίνω με τη σιδερένια σκάλα πάνω στη μηχανή και αγκαλιάζω το τζάμι για να κρύψω το φως του φάρου απ’ την πόλη. Θα το προσέχει άραγε κανείς;
Κάποιος φτιάχνει εικόνες με τα φώτα της πόλης:
-Την βλέπεις τη γέφυρα;
-Ποια γέφυρα;
-Βλέπεις τα φώτα; Που καθρεφτίζονται στο νερό; Τα κίτρινα φώτα του παραλιακού δρόμου. Καθρεφτίζονται σαν ακτίνες φωτός που χάνονται προς τα κάτω. Φαντάσου ότι είναι το φως που παρεμβάλλεται απ’ τους χοντρούς πυλώνες μιας γέφυρας, που είναι οι σκοτεινοί χώροι ανάμεσα στις ακτίνες. Φαντάσου πως στηρίζουν τη γέφυρα, που είναι ο δρόμος, και πάνω στη γέφυρα στέκεται όλη η πόλη.
Μόνο στο κάστρο δεν ανεβήκαμε προχτές.
Πρώτη φορά, θυμάμαι, είχα πάει με μια παρέα και δυο ποτά, είχαμε κάτσει σ’ εκείνο το τοιχίο που βλέπει τη μισή πόλη και ένας θεός ξέρει πώς πείσαμε το φίλο μας να μην πάρει φόρα να πηδήξει στην ταράτσα εκείνου του σπιτιού. Κοιτάζαμε την πόλη. Την πόλη με τα άσχημα σπίτια με τις πολλές κεραίες και τη θέα στην απέναντι μπουγάδα, με τις πολυκατοικίες που είναι χτισμένες έτσι ώστε να βλέπουν στη μόνη πλευρά που δεν έχουν θέα, με τα χαλάσματα από κτίσματα μιας άλλης εποχής, με τα φώτα των αυτοκινήτων, με την κάβα με το μεθυσμένο γέρο που μας είχε χαρίσει τα ποτά, με το σπίτι που περάσαμε στο δρόμο μας με το ανοιχτό παράθυρο και τον ήχο του κρεβατιού που έτριζε, με τους ελάχιστους περαστικούς του από κάτω δρόμου που χάνονταν βιαστικά προς τα μικρά σπίτια των στενών δρόμων της κοντινής γειτονιάς, σφίγγοντας ίσως στην τσέπη τους ένα πορτοφόλι με τρεις φωτογραφίες απ’ όσους αγαπάνε, απ’ ό,τι αξίζει στη ζωή τους κλεισμένο εκεί μέσα. Με τις ξύλινες κολώνες της ΔΕΗ με κολλημένα πάνω πένθιμα χαρτιά, σφραγίδες του θανάτου. Με τον Αγιαντρέα να στέκει επιβλητικός στην άκρη της πόλης, να την κοιτάζει όπως κι εμείς, χωρίς να κάνει τίποτα, όπως ακριβώς όλους τους τελευταίους αιώνες.
Ένα βράδυ πριν χρόνια είχαμε καθήσει με ένα φίλο στο Λυκαβηττό και χαζεύαμε σιωπηλοί τα φώτα της Αθήνας, πριν από μια συναυλία των Πυξ Λαξ γεμάτη τραγούδια για περασμένες εφηβείες μπερδεμένες σε δυτικές γειτονιές, για αγάπες χαμένες σε μελαγχολικές καθημερινότητες, για ασήμαντα σοκάκια με σπίτια χαμηλά και με φάμπρικες, για πουτάνες, για γέρους με μικρά κι αστεία μηχανάκια και για παιδιά με όνειρα πνιγμένα.
Κόσμος που βούταγε ως τότε στο δωμάτιό μου μόνο από το κασετόφωνο, σαν την κιτρινοπορτοκαλιά δέσμη φωτός που έσταζε τα απογεύματα ο ήλιος στο δωμάτιο του φίλου μου από το φεγγίτη και μας φώναζε να βάλουμε εκείνο το σκαμνί, να ανοίξουμε το τζαμάκι και να βγούμε στα κεραμίδια να τον προλάβουμε να φεύγει πίσω από τα βουνά της περιοχής.
Κι όταν φεύγει το ζεστό του φως, έρχεται η ώρα για τα κρύα φώτα της νύχτας, αυτά που κρύβουν τα αστέρια για να χάνουν το δρόμο τους τα αστικά όνειρα.

Thursday, June 07, 2007

Μονόλογος μαριονέτας

Είναι τα λόγια μου πικρά όπως και όλη η ζωή μου,

βοήθεια ζητώ απλά για να κάνω την αρχή μου,

μια μαριονέτα δεμένη από τα τέσσερά της άκρα.

Δεν πόνεσα ποτέ γιατί ποτέ δεν είχα σάρκα,

ατόφια δρυ με επενδυμένη κερασιά,

συνήθισε πλέον ο νους μου να γέρνει στα παλιά,

γιατί η ζωή μου είναι ένα κουκλοθέατρο του δρόμου

και ‘γω σε δεύτερο ρόλο να είμαι ανέγγιχτος του χρόνου,

καταραμένος σε αιώνια ζωή μέχρι να σαπίσει του Τζεπέτο το σκαρί,

γιατί έφτιαξε μαζί τον Πινόκιο και μένα

μα η νεράιδα χάρισε μόνο σε κείνον το ψέμα

και το ψέμα τράβηξε μαζί δημοσιότητα

και αυτός έγινε καρτούν σε άλλη πραγματικότητα,

ενώ συνεχίζει ο δρόμος μου με πλήρη ατυχία

και τα γεγονότα δεν ταυτίζονται με την ιστορία.

Αντί για πρώτο ρόλο σε παιδικές ταινίες

έπαιζα θρίλερ γιατί έτσι θέλαν οι εταιρίες.

Μέχρι που είδα μαθητές να σκοτώνουν στα σχολεία

και ναρκωτικά να μπαινοβγαίνουν στα νηπιαγωγεία.

Και τώρα ζητώ συγγνώμη εγώ και όχι αυτοί που πρέπει

κι απορώ πώς θα κοιτάζουν τον καθρέφτη,

γιατί εγώ κινούμαι απ’ τα δικά σου χέρια

εγώ δεν μπορώ, εσύ μπορείς να φτάσεις και τ' αστέρια…


Λίγα λόγια από μια μαριονέτα στο σκοτάδι

κι η ζωή μου περνάει απ’ τα μάτια μου το βράδυ.

Φταίει η καρδιά που ανασαίνει μόνο όταν πονάει,

φταίει το δάκρυ που πάνω στο ξύλο δεν κυλάει.

Γιατί ο κόσμος μου θυμίζει ότι είμαι μικρός,

γι’ αυτό απόψε βλέπω στ’ αστέρια να με ζητάει ο ουρανός.

Μια μαριονέτα είμαι και μην ειρωνευτείτε,

για ένα κομμάτι ξύλο και σεις προσευχηθείτε...


Φιλίες είχα πολλές που δεν κρατούν ακόμα

και νιώθω πλέον πάνω μου ότι ξεθώριασε το χρώμα.

Ο παπουτσωμένος γάτος πλούτισε και δεν τηλεφώνησε,

ο μολυβένιος στρατιώτης χώρισε κι αυτοκτόνησε,

ο κακός ο λύκος βγαίνει να κάνει δηλώσεις,

και η Σταχτοπούτα σε ριάλιτι με συνεχείς αναμεταδόσεις,

ο Ρομπέν βγάζει λόγους στα πλαίσια εκδήλωσης

κι η Χιονάτη είναι σε κέντρο αποτοξίνωσης…

Θλιβερή ιστορία μα πονεμένη η αγάπη,

δεν βρήκα ποτέ την άκρη και την ταύτισα με δάκρυ.

Λάθη πολλά που ακόμη μένουν χαραγμένα στην καρδιά μου,

λάθος, όχι στην καρδιά, αλλά στην αριστερή ξύλινη μεριά μου.

Γιατί σε λάθος Σταχτοπούτα ταίριαξα το γοβάκι

κι η Ιουλιέτα μου ποτέ δεν ήπιε απ’ το φαρμάκι,

πικρό σαράκι που μου καίει τα εσώψυχά μου,

έμεινα παρέα με τη μοναξιά μου

και περνάει ο χρόνος και μένω στη σοφίτα, σαπίζω,

όσα δεν πέτυχα ποτέ σ’ ένα τραγούδι στα χαρίζω

και για το τέλος λέω στην άκρη της κάνης

πως ένα πιάνεις, δέκα χάνεις, δέκα ζεις, μια θα πεθάνεις…


Λίγα λόγια από μια μαριονέτα στο σκοτάδι

κι η ζωή μου περνάει απ’ τα μάτια μου το βράδυ.

Φταίει η καρδιά που ανασαίνει μόνο όταν πονάει,

φταίει το δάκρυ που πάνω στο ξύλο δεν κυλάει.

Γιατί ο κόσμος μου θυμίζει ότι είμαι μικρός,

γι’ αυτό απόψε βλέπω στ’ αστέρια να με ζητάει ο ουρανός.

Μια μαριονέτα είμαι και μην ειρωνευτείτε,

για ένα κομμάτι ξύλο και σεις προσευχηθείτε...


('Μονόλογος μαριονέτας' - Υπόνοια, σας το ανέβασα εδώ και υπάρχει και στο Youtube εδώ, live από το περσινό Schoolwave)

ΥΓ: Special thanks to Φανή για άλλη μια φορά.

Friday, June 01, 2007

"Για την Αμαλία"...

…είναι ο κοινός τίτλος που αποφασίστηκε, κατόπιν τόσων συζητήσεων σε αυτό το blog, να έχουν τα posts της σημερινής συντονισμένης κίνησης αμέτρητων bloggers, τιμώντας την Αμαλία Καλυβίνου και αξιοποιώντας την κληρονομιά που άφησε.

Η συζήτηση κατέληξε μάλιστα και σε ένα κείμενο κοινής αποδοχής για τα posts αυτά, για όσους εξ ημών ήθελαν να το χρησιμοποιήσουν, το οποίο όμως δε μου άρεσε και γι’ αυτό το λόγο δεν το ανεβάζω, όπως και τα banners που προτάθηκαν από διάφορους.

Το κείμενο μαζί με κάποιο banner με link που οδηγεί στο blog της Αμαλίας θα σταλούν παράλληλα σήμερα από χιλιάδες ανθρώπους με e-mail προς όλες τις πιθανές κατευθύνσεις, όπως βουλευτές ή σχετικούς με την υγεία φορείς, αλλά και όλο τον απλό κόσμο, ενώ λογικά θα το δούμε και στις εφημερίδες, θα το ακούσουμε στο ραδιόφωνο και, ποιος ξέρει, ίσως να καταφέρει να κερδίσει και λίγο απ’ τον πολύτιμο τηλεοπτικό χρόνο η είδηση της κίνησης αυτής.

Κόσμος θα τηλεφωνεί στο Υπουργείο Υγείας και ιατρικούς συλλόγους και φορείς, ενώ εθελοντές ίσως έχουν ήδη μοιράσει το κείμενο έξω από νοσοκομεία, υπουργεία, ιατρικές σχολές και σε κεντρικά σημεία.

Το κείμενο έχει μεταφραστεί στα αγγλικά, πιθανώς δε και σε άλλες γλώσσες, και θα σταλεί με e-mail σε ευρωβουλευτές, διεθνή πρακτορεία ειδήσεων, κλπ..

Τέλος, αναφέρεται η επιθυμία της Αμαλίας για ενίσχυση του συλλόγου "Ελπίδα" για το Ογκολογικό Νοσοκομείο για παιδιά.

Εγώ προσωπικά αισθάνομαι το χρέος να αναφέρω τουλάχιστον την ιστορία της Αμαλίας Καλυβίνου, για τους ελάχιστους που ίσως να μην τη γνωρίζουν ακόμα.

Η Αμαλία από το 1984 περίπου, όταν ήταν ακόμα 8 ετών, υπέφερε από φρικτούς πόνους στο πόδι, εντοπισμένους σε συγκεκριμένο σημείο. Επί 18 χρόνια αναζητούσε την αιτία τους επισκεπτόμενη δεκάδες γιατρούς, πολλοί εκ των οποίων γνωστοί μεγαλογιατροί που πληρώνονταν αδρά για τον ελάχιστο χρόνο που της διέθεταν και οι οποίοι προσπαθούσαν να την πείσουν ότι επρόκειτο για "ιδιοπάθεια" και συνιστούσαν παυσίπονα και ψυχοφάρμακα.

Το 2001, ενός απλός επιμελητής νευρολογίας διέγνωσε σε μία μόνο δωρεάν επίσκεψη μίας ώρας έναν καρκινικό όγκο 8,5*6*6 cm πάνω σε νεύρο, ο οποίος ήταν ορατός και σε μαγνητικές τομογραφίες αρκετά περασμένων ετών και που είχαν εξετάσει μετά μεγάλης προσοχής τουλάχιστον δέκα από τους προηγούμενους μεγαλογιατρούς. Όπως είπε η ίδια, ‘ιδιοπάθεια’ λοιπόν στην πράξη σημαίνει "Εσύ πεθαίνεις, εμένα τι με νοιάζει;".

Τον Ιούλιο του 2005, η Αμαλία ανοίγει ένα blog, με το όνομα 'malpractice' και τη λέξη ‘φακελάκι’ στο url, για να αφηγηθεί την ιστορία της, να δώσει ονόματα γιατρών, να μιλήσει για το καθεστώς με τα φακελάκια που όλοι συντηρούμε και για όλα τα τραγικά που λαμβάνουν χώρα στα νοσοκομεία. Κάποιο όφελος από αυτήν την προσπάθεια δεν είχε. Ο στόχος ήταν να συγκλονίσει, να αφυπνίσει, να ακουστεί.

Το πρώτο της post, για τα φακελάκια, που τέλειωνε με τη φράση "Εννοείται πως υπάρχουν τρόποι να μην υποκύψουμε", πρέπει να μάζεψε τότε 1 μόλις σχόλιο, ενώ μερικά ακόμα προστέθηκαν αργότερα.

Ακολουθούν posts για την κατάσταση στα νοσοκομεία, για τις εξαγγελίες της κυβέρνησης ότι πλέον τα φακελάκια θα… ετίθεντο εκτός νόμου, αλλά κυρίως ένας κύκλος αναλυτικών κειμένων για πολλούς από τους γιατρούς που χρυσοπλήρωσε για να βγάλουν διαγνώσεις όπως "κα’να ντεπονάκι πήρες;". Ο κύκλος κλείνει τον Ιούλιο 2006, με την αναφορά σε έναν ακόμα γιατρό, ο οποίος μάλιστα, όταν ενημερώθηκε μετά από καιρό από συγγενή της Αμαλίας ότι διαγνώστηκε καρκίνος στην κοπέλα, απάντησε απαθέστατα ότι "αυτά συμβαίνουν". "Συμβαίνει δηλαδή εγώ τελικά να έχω χάσει το πόδι μου από καρκίνο και οσονούπω και τη ζωή μου… κι όλα αυτά στα τριάντα μου χρόνια, και γνωρίζοντας ότι ο πενήντα και ετών δόκτωρ και τα δυο του πόδια έχει για να χαίρεται τη ζωή του και πολύ πολύ μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής από μένα...."

Το Σεπτέμβριο ανεβάζει ένα κείμενο για να κατονομάσει και να ευχαριστήσει τους λίγους σπουδαίους γιατρούς που συνάντησε στη ζωή της, λαμπρές εξαιρέσεις στον κανόνα που ο υπότιτλος του blog της περιγράφει: "Οι γιατροί είναι ανεύθυνοι, ανίκανοι και άρπαγες στη συντριπτική τους πλειοψηφία. Η μόνη τους έννοια είναι η ‘κονόμα’. Οι φαρμακευτικές κάνουν κουμάντο, η δικαιοσύνη τους αφήνει ατιμώρητους και ανθρώπινες ευτυχίες εξακολουθούν να χάνονται ΑΔΙΚΑ.".

Επιστρέφει το Μάρτιο, αναρτώντας ένα συγκλονιστικό κείμενο για την ελληνική γραφειοκρατία, όπου περιγράφει τις προσπάθειές της επί δύο και πλέον (δυνητικά θανατηφόρους, όπως γνωρίζει) μήνες να εξασφαλίσει την έγκριση για τη χορήγηση των τριών πρώτων δόσεων ενός φαρμάκου που κυκλοφορεί προς το παρόν μόνο στο εξωτερικό και που ίσως της προσέφερε κάποιες ελπίδες. Η έγκριση κάποια στιγμή εξασφαλίστηκε, η Αμαλία πήρε το φάρμακο, η κατάστασή της βελτιώθηκε, οι πόνοι ελαττώθηκαν, οι αντοχές της αυξήθηκαν και οι εξετάσεις έδειχναν για πρώτη φορά μείωση του μεγέθους των όγκων. Τότε έπρεπε να περάσει έναν καινούριο γολγοθά για την εξασφάλιση της συνέχισης της έγκρισης, όπου συνέβη μία σειρά από απίστευτα γραφειοκρατικά λάθη και παραλείψεις που δεν επέτρεπε στην επίσης αδιαφορούσα (και βέβαια μη καταρτισμένη) επιτροπή να βγάλει ένα πόρισμα. Μαζί με όλα αυτά, είχε να αντιμετωπίσει και την ειρωνεία των υπευθύνων: "Ε δεν έχουμε και το γιατρό στο τσεπάκι μας", ενώ ο χρόνος περνούσε. Καταλήγει η Αμαλία: "Πάντως είμαι αισιόδοξη ότι τελικά θα εγκρίνουν και πάλι το φάρμακο: μια από αυτές τις κυρίες μού είπε "την πρώτη φορά (σσ: το Δεκέμβριο που έγινε η έγκριση των πρώτων τριών δόσεων) είπαμε νέος άνθρωπος είναι, ας το εγκρίνουμε…". Άρα, μπορεί και να μου ξανακάνουν τη χάρη και να εγκρίνουν και πάλι το φάρμακο. Αν ήμουν το παιδί σου κυρία…; Αν είχες εσύ τους εβδομήντα-ογδόντα όγκους που έχω εγώ στους πνεύμονες κυρία…; Θα ξέρατε τότε να διαβάζετε φιλμς από ακτινογραφίες και αξονικές; Θα απορρίπτατε την αίτηση σας σε κάποια τριτιάτικη συνεδρίασή σας; Θα παίζατε με το χρόνο σας; Θα είχατε "το γιατρό στο τσεπάκι σας" τότε;"

Τον Απρίλιο, η Αμαλία γράφει το πιο γνωστό κείμενο της, το "Εξαιτίας σου γιατρέ μου", που μάζεψε πάνω από 500 σχόλια και για πρώτη φορά έκανε σεβαστή μερίδα του τύπου να ασχοληθεί μαζί της. "…Έχω δει αμέτρητες απλές απολαύσεις να με προσπερνούν, δε μπορώ να ουρλιάξω... ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΣΟΥ, ΓΙΑΤΡΕ ΜΟΥ.", ήταν ο επίλογός του.

Την προηγούμενη Παρασκευή η Αμαλία πέθανε.

Το τελευταίο κείμενο στο blog της, που έχει μαζέψει πάνω από 1000 σχόλια, έχει τον τίτλο "Tα 15' του Γουόρχολ να αφήσουν βάση" και κλείνει με την ευχή "Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδιά, όχι ο κανόνας...".

Τα σχόλια εξακολουθούν να ανεβαίνουν, αφού δεκάδες απλοί άνθρωποι περνάνε καθημερινά για να αποχαιρετήσουν την Αμαλία και να αποτίσουν φόρο τιμής. Και δε θα σταματήσουν να ανεβαίνουν, καθώς το κείμενο αυτό θα μείνει για πάντα εκεί ως τελευταία καταχώρηση της Αμαλίας, αφού δεν πρέπει να υπάρχει τρόπος να κλείσει κάποια στιγμή το blog, άλλωστε ούτε και λόγος.

Και είναι σημαντικό να μείνει εκεί αυτό το κείμενο, για να μας συνοψίζει η τελευταία φράση της Αμαλίας τι μας θύμισε ο αγώνας της.

Μας θύμισε ότι όποιος δεν προτίθεται να δώσει μαύρα λεφτά για να αγοράσει λίγη μαύρη ζωή, δεν είναι χρήσιμος σε ένα κατεστημένο σύστημα εκμετάλλευσης του ανθρώπινου πόνου που όλοι συντηρούμε, σε έναν κόσμο που γυρνάει με το χρήμα, και μας θύμισε ότι αυτό καθόλου δε μας απασχολεί, μας θύμισε φωναχτά την εκκωφαντική αδιαφορία της κοινωνίας μας απέναντι στην αξία της υπεράσπισης της ανθρώπινης ζωής, την αδιαφορία που εκπορεύεται από μας και σε μας καταλήγει.

Μας θύμισε ότι για πολλούς οι ζωές μετρούνται σε χρήματα και από πολλούς άλλους δε μετρούνται καθόλου.

Και μας θύμισε ότι αυτοί όλοι δεν είναι απλώς πολλοί, είναι ο κανόνας.

Αλλά είναι ακόμα σημαντικό να μείνει εκεί αυτό το κείμενο, για να μας συνοψίζει ο τίτλος του την κληρονομιά του αγώνα αυτού.

H Αμαλία άνοιξε ένα blog πολύ πριν το σπορ του blogging γίνει δημοφιλές, και με λιγότερα από 20 posts συνολικά δημιούργησε μια αλυσιδωτή αντίδραση, χιλιάδες σχόλια στο blog της, χιλιάδες posts για την ιστορία της, ενώ για πρώτη φορά ο κόσμος του blogging παρήγαγε πρωτοσέλιδες ειδήσεις σε όλες τις γνωστές απογευματινές εφημερίδες, ειδήσεις που έγιναν θέμα στα βραδινά δελτία ειδήσεων των ιδιωτικών καναλιών και τους αφιερώθηκαν ραδιοφωνικές εκπομπές.

Πρώτη φορά ένας άνθρωπος ξεκίνησε να λέει μόνος του κάποια πράγματα με το όνομά τους και η φωνή του ακούστηκε τόσο πολύ.

Η ελληνική bloggόσφαιρα βρίσκεται σε βαθύ πένθος. Είναι όμορφο που ένα σύνολο δέκα χιλιάδων περίπου ανθρώπων νιώθει τόσο πολύ σαν οικογένεια.

Το πιο όμορφο, όμως, είναι ότι κάτω από το βαρύ πέπλο του πένθους, μπορεί κανείς να διακρίνει μεγάλη διάθεση για αγώνα και, κυρίως, μπορεί να διακρίνει υφέρπουσα μία αισιοδοξία.

Ο κόσμος αντιλαμβάνεται σιγά-σιγά τις τεράστιες δυνατότητες για ενημέρωση και επικοινωνία που υπάρχουν στις μέρες μας. Για ανεξάρτητη ενημέρωση και αυτόνομη επικοινωνία. Η διαδρομή μέχρι την πλήρη συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων αυτών είναι ακόμα στην αρχή της, αλλά πάντως έχει αρχίσει. Η Αμαλία οδήγησε την ελπίδα μέχρι την πρώτη στροφή της διαδρομής και έπεσε.

Αλλά πολύς κόσμος κατάλαβε ότι η ελπίδα υπάρχει.

Πήρε την ελπίδα ότι υπάρχουν ακόμα αγωνιστές.

Πήρε την ελπίδα ότι ακούγονται.

Πήρε την ελπίδα ότι κάτι γίνεται.

Ελπίδα και διάθεση για προσπάθεια είναι η κληρονομιά της Αμαλίας.

Και επιτέλους είμαι αισιόδοξος.

Κάτι αλλάζει.

Η Αμαλία έδειξε ότι η φωνή του ενός έχει δύναμη.

Γι’ αυτό το λόγο αισθάνθηκα κι εγώ το χρέος να γράψω αυτό το κείμενο.

Έστω και ένας άνθρωπος αν ενημερωθεί για την ιστορία της από αυτό, είναι κέρδος.

Και το ανεβάζω σήμερα, Παρασκευή 1 Ιουνίου 2007, τη μέρα που οι bloggers όρισαν ως Ημέρα Αμαλίας.

Ευχαριστούμε Αμαλία.

Καλό ταξίδι…