Το παιδί και το φεγγάρι
Μπανγκλαντές, είπες.
Θα σε ρωτούσα.
Τόση ώρα σε χάζευα να πετάς αυτή τη μαλακία στον αέρα και να την ξαναπιάνεις. Αλήθεια, φιλαράκο, τα αγοράζει κανείς αυτά;
Σε χάζευα να κρατάς σαν παιδάκι με τα χέρια τεντωμένα στην πρόταση την πλαστική βάση και να εκτοξεύεις στον αέρα αυτή τη μαλακία που αναβοσβήνει κι ύστερα να τρέχεις στην άδεια πια πλατεία σα μωρό, με το κεφάλι μπροστά, τους ώμους πίσω, τα χέρια ελεύθερα κι ανοιχτό το στόμα, και να πηδάς στον αέρα να το πιάσεις, σα σκυλάκι που πιάνει το μπαλάκι του.
Είσαι δεν είσαι δεκάξι.
Παιδάκι είσαι.
Αααα έτσι δουλεύει… Έχει μπαταρία… Μαγκιά. Να το πετάξω κι εγώ, λες; Δε θέλω, ευχαριστώ, δε βαριέμαι τόσο… Πώς το λέμε στη γλώσσα μου; Χαχα δεν το λέμε, φιλαράκο. Δεν έχουμε τέτοια στη χώρα μου. Ναι, φερ’ τα εσύ, θα βγάλεις πολλά λεφτά… Γελάς. Καλά κάνεις, σε πειράζω, είναι τόσο άχρηστα αυτά που πουλάς που δε θα έπιαναν μία, αλλά τι να σου πω κι εγώ... Εσύ πώς το λες; Ααα ωραίο… Να το θυμάμαι, μπορεί να μου χρειαστεί…
Ωπ γρήγορα, εκεί, στις κοπέλες. Κοίτα ρε βλάκα, περνάνε κοπέλες, πέτα το πάλι προς τα ‘κει να γελάσουμε, τι κοιτάς;
Τα μεθυσμένα τα αγγλάκια. Με την μπάλα... Πώς κοιτάς έτσι ρε φιλαράκο…
Μωρέ άμα είχα μια μπάλα να σου έδινα… Με ποιον να παίξεις, θα μου πεις.
Άραγε θα γυρίσεις μια μέρα στη γειτονιά που παίζατε με τα παιδιά με τενεκεδάκια… Ή δεν παίζατε;
Μπανγκλαντές είπες, ε;
Τι δουλειά έχεις εδώ…
Ποιος άνεμος σ’ έφερε άραγε στη Φλωρεντία, πόσες ερήμους διέσχισες με περίεργα καραβάνια και πόσες θάλασσες πέρασες στριμωγμένος με τόσες ψυχές στοιβαγμένες σε σκαριά-σχεδίες, πόσα χρόνια να περιπλανιόσουν για να φτάσεις σ’ αυτήν την πλατεία να πουλάς αυτά τα άχρηστα πλαστικά παιχνίδια που κανείς δεν αγοράζει…
Πόσο μικρός να έφυγες…
Μπανγκλαντές…
Θα ‘ναι η μαμά σου εκεί ε;
Κοντεύει πρωί εκεί, σε λίγο θα ξυπνάει και θα αρχίσει να τριγυρνάει στο σπίτι σιγοτραγουδώντας κάποιο σκοπό που ποτέ σου δεν ξεχνάς.
Ή, πάλι, μπορεί και να μην έχεις σπίτι, μάλλον ναι, σπίτι δε θα έχεις, σπίτι δε θα είχες ποτέ. Μπορεί να μην έχεις και μαμά ή μπορεί και να μην ξέρεις πια αν έχεις μαμά.
Τι άφησες άραγε πίσω, τι καθρεφτίζεται σ’ αυτά τα μάτια που φωτίζουνε κάθε που λες το "Μπανγκλαντές", τι κουβαλάς άραγε εδώ από την καημένη την πατρίδα σου και τι προσμένεις να ξανάβρεις…
Θα τα ξανάβρεις άραγε ποτέ…
Θα επιστρέψεις άραγε ποτέ πατρίδα…
Ωπ φιλαράκο, γεια-χαρά, εμείς την κάνουμε τώρα, μη χάσουμε το τραίνο, γυρνάμε στην πατρίδα μας σιγά-σιγά.
12 Comments:
Κι αν γυρίσει και δεν είναι τίποτα όπως τα άφησε; Κι αν όλα είναι σβηστά; Φώτα σβηστά. Κι αν είναι όλα κλειστά; Αυλαίες κατεβασμένες;
Μη γελιέσαι...Η επιστροφή δεν είναι ποτέ τόσο ευχάριστη όσο το ταξίδι. Απλα πολλές φορές, τελικά, ίσως να αξίζει περισσότερο.
Όταν η περιέργεια σε κάνει να φύγεις, η όρεξη να περάσεις τη γραμμή του ορίζοντα, να πατήσεις άλλη γη, να σκίσεις τα κύματα, όταν φεύγεις επειδή είσαι άνθρωπος ελεύθερος, Οδυσσέας.
Όταν η φτώχεια σε κάνει να φεύγεις, να πουλάς πλαστικά παιχνίδια σε μια άγνωστη χώρα που κανείς δε σου δίνει σημασία, αντί να πηγαίνεις σχολείο στη χώρα σου και να παίζεις μπάλα στη γειτονιά σου, δεν ξέρω αν είναι το ταξίδι ευχάριστο.
Όταν γυρίσει, τα φώτα θα είναι κλειστά, ναι.
Η ζωή προχωράει.
Για μερικούς.
Και οι άλλοι που στην ίδια θέση μ' εκείνον έμειναν πίσω; Εκεί που τα φώτα θα σβήσουν στο τέλος;
Γι αυτό λέω ότι ποτέ δεν ξέρεις...Πάντα τη ζωή την μετράς μέσα στον μικρόκοσμό σου και τη ζεις στο μΑκροσκόπιο...
(σβήσε το αποπάνω)
Το έσβησα.
(πρώτη φορά που σβήνω comment, μετά από έναν ανώνυμο που με έβρισε στο άσχετο σε ένα από τα αγαπημένα μου posts)
Εγώ αυτό που ξέρω, Γεωργία μου, είναι ότι ο καθένας στη ζωή τραβάει το δικό του λούκι.
Όμορφη είναι η ζωή, δε λέω, αλλά δεν είναι για όλους. Ίσως γιατί δεν έχουν όλοι τις βασικές τους ανάγκες καλυμμένες, ώστε να μπορούν να χαζεύουν την ομορφιά του κόσμου, ίσως γιατί δεν είναι με όλους απλόχερη η ζωή.
Ο καθένας τραβάει το δικό του λούκι και κανείς άλλος δεν μπορεί να τον νιώσει, όσο κι αν ακούγεται αυτό καταθλιπτικό και απαισιόδοξο.
Άλλοι προχωράνε, άλλοι μένουν πίσω.
Ποιος είναι πιο ευτυχισμένος, δεν το ξέρουμε. Και ποτέ δε θα μάθουμε. Ούτε εμείς, ούτε αυτοί.
"Ποιος είναι πιο ευτυχισμένος, δεν το ξέρουμε. Και ποτέ δε θα μάθουμε. Ούτε εμείς, ούτε αυτοί."
Κρατάω αυτό που είναι και η ατόφια συμφωνία μας σε όσα γράψαμε :)
Καλημέρα!!
Όπου γης πατρίς λένε...
Το λένε, αλλά υποθέτω αυτοί που το λένε είναι αυτοί δεν το έχουν ζήσει.
Για μένα σήμερα μπορεί να είναι η καλύτερη μέρα της ζωής μου και για σένα η χειρότερη. Κάποιος μπορεί να βρίζει την ώρα και την στιγμή που γεννήθηκε και άλλος να παλεύει να κρατηθεί στην ζωή. Ο καθένας μας τραβάει το δικό του δρόμο και το σηκώνει τον δικό του σταυρό.
Είσαι στ' αλήθεια μόνο είκοσι χρόνων;
(Ρητορική η ερώτηση, άλλο ήθελα να σου πω, αλλά ξέρω πως θα μου απαντήσεις ότι το σημερινό ποστ είναι για τον νεαρούλη από το Μπαγκλαντές και το φεγγάρι, και όχι για σένα· συμφωνώ).
Καλό σου Μάη!
Ναι, 20 είμαι...
Αλλά ξέρεις... το σημερινό ποστ είναι για τον νεαρούλη από το Μπαγκλαντές και το φεγγάρι, και όχι για μένα. :)
Καλό Μάη σε όλους.
Ευαίσθητο κείμενο.
μα γιατι δεν μπορω να πω ποτε τιποτα της προκοπης οταν διαβαζω καποιο post σου? ισως γιατι θα πρεπει πρωτα να περιμενω να γυρισω απο εκει που με ταξιδεψε...
Post a Comment
Subscribe to Post Comments [Atom]
<< Home